Συνεντεύξεις-Άρθρα- Αναφορές Interviews -Articles-References

2023

Εφημερίδα Η ΘΕΣΣΑΛΙΑ Φύλλο της Τρίτης 8 Αυγούστου 2023/Αρ. Φύλλου 30.093

Στήλη ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ, σελ. 17



https://e-thessalia.gr/spyros-tsiros-apo-tin-kalamata-sto-pilio-mia-synenteyxi-gia-tin-afigisi-kai-ta-paramythia/

Συνέντευξη στον Δημήτρη Β. Προύσαλη

Το 13ο Φεστιβάλ Αφήγησης Πηλίου (29/7 – 6/8) δημιούργησε τις προϋποθέσεις για ανταμώματα ανθρώπων και ιστοριών στο πλαίσιο των πλούσιων εννιαήμερων εκδηλώσεών του. Ανάμεσα στους μεμονωμένους αφηγητές, των συνολικά 46 αφηγητών και αφηγητριών που εμπλούτισαν και τίμησαν με τη συμμετοχή τους τις εκδηλώσεις, είναι και αυτή του προφορικού αφηγητή Σπύρου Τσίρου από την Καλαμάτα, που συμμετείχε για έκτη συνεχόμενη χρονιά από το 2018, φέτος μάλιστα με δύο παραστάσεις αφήγησης, για παιδιά και για ενήλικο ακροατήριο.


Από παλιότερη αφήγηση στην αυλή του Ι.Ν. Αγίου Γεωργίου

Μπορείτε να ορίσετε τι είναι για σας αφήγηση;

ΑΠ: Για μένα αφήγηση είναι μια κατάθεση ψυχής, αφού μέσα από μια ιστορία που είναι χιλιοειπωμένη, προσθέτω το άχθος της ψυχής μου. Είναι μια μετουσίωση του φανταστικού σε προσωπική βιωματική εμπειρία. Γι’ αυτόν εξάλλου τον λόγο, η αφήγηση χρησιμοποιούνταν από όλους τους μεγάλους, φωτισμένους δασκάλους μέσα από τις παραβολές.

 

Πότε είχατε την πρώτη σας εμπειρία από αφήγηση;

ΑΠ: Από τα χρόνια της εφηβείας μου έμπαινα στο κέντρο του λόγου, όταν στις παρέες μου έβγαινα κι έλεγα ανέκδοτα. Βέβαια τότε δεν είχα συναίσθηση πως αφηγούμουν. Αυτό ήρθε πολύ αργότερα. Θυμάμαι βέβαια τη μητέρα μου με καταγωγή από τη Μικρά Ασία -από τη μεριά της μητέρας της- να μου εξιστορεί παραμύθια πολύ λίγο.

 

Τι είναι για σας λαϊκό παραμύθι; 

ΑΠ: Το λαϊκό παραμύθι είναι για μένα απόσταγμα σοφίας και ένα κανάλι επικοινωνίας ανάμεσα στις γενιές που έχουν περπατήσει πάνω σε αυτήν εδώ τη γη.

 

Ποια αφηγηματικά είδη υπάρχουν στο ρεπερτόριό σας; Υπάρχει κάποιο συγκεκριμένο που εσείς ξεχωρίζετε και γιατί;

ΑΠ: Στο ρεπερτόριό μου συμπεριλαμβάνω ιστορίες σοφίας και ευτράπελα χιουμοριστικά παραμύθια. Η σοφία μέσα από το παραμύθι προσλαμβάνεται καλύτερα και χωνεύεται ευκολότερα. Αναφορικά με τις χιουμοριστικές ιστορίες, θεωρώ πως είναι ο καλύτερος τρόπος για κάποιον να αυτοσαρκαστεί, αλλά και να σαρκάσει και να καταδείξει τα κακώς κείμενα που ποτέ δε λείπουν από τον κόσμο των ανθρώπων σε όλες του τις εκδηλώσεις.


Από την αφήγηση του 2023 στο 13ο Φεστιβάλ Αφήγησης Πηλίου


Από πότε ξεκινήσατε να αφηγείστε; 

ΑΠ: Ξεκίνησα να αφηγούμαι λαϊκά παραμύθια από το 2013 όταν έτυχε να παρακολουθήσω ένα σχετικό σεμινάριο, κατόπιν παρότρυνσης της συντρόφου μου. Όταν μπήκα στον κόσμο του παραμυθιού και άρχισα να τον γνωρίζω, μαγεύτηκα και κατάλαβα πως τούτος ο ταπεινός αγωγιάτης είναι που κουβαλάει το μήνυμα και τη γνώση από γενιά σε γενιά, ότι τα προβλήματα που αντιμετωπίζω δεν είναι δικά μου, μα είναι όλων των ανθρώπων και όλων των γενεών. Αυτός πιστεύω πως είναι ο ρόλος του παραμυθιού, να σε χτυπά στην πλάτη και να σου ανοίγει μιαν αγκαλιά παρηγοριάς.

 

Υπάρχει στις μέρες μας αναγκαιότητα για αφήγηση; Και αν ναι, πώς το εξηγείτε;

ΑΠ: Σε μια εποχή που κατακλυζόμαστε από πληροφορία και εικόνες, έρχεται ο παραμυθάς  και με την επιλογή των κατάλληλων λέξεων πυροδοτεί την ατομική φαντασία, δημιουργώντας τις προσωπικές εικόνες του καθενός. Πιστεύω πως δεν είναι τυχαίο ότι αναβιώνει αυτή η πανάρχαια τέχνη, και το παραμύθι έρχεται να καλύψει τούτη την έρημο της φαντασίας.


Τι ήταν αυτό που σας έφερε κοντά στο λαϊκό παραμύθι;

ΑΠ: Με έφερε η δίψα μου για γνώση και κατανόηση αυτών που μου συμβαίνουν, με οδήγησε στον τόπο του παραμυθιού, όπου εκεί βρήκα ένα πηγάδι να σβήσω τη δίψα μου, το οποίο είχαν σκάψει οι άλλοι, αλλά και η ανακούφιση πως από το ίδιο πηγάδι θα σβήσει τη δίψα αυτών που έρχονται μετά από εμάς.


 Με ποια κριτήρια επιλέγετε το υλικό που θα χρησιμοποιήσετε για μια αφήγησή σας;                   ΑΠ: Το μοναδικό κριτήριο είναι να βρίσκω κομμάτια μου μέσα σε αυτό το υλικό, να με ενδιαφέρουν. Ανεξάρτητα από το πού έχει καταγραφεί μια ιστορία, το παραμύθι είναι είδος οικουμενικό. Δεν το έχουν γράψει οι λαοί αλλά ο άνθρωπος, αφού κουβαλά πάθη ολωνών.

Τα τελευταία χρόνια παρουσιάζεται μια κινητικότητα στον χώρο τς αφήγησης με την εμφάνιση νέων αφηγητών. Μπορείτε να σχολιάσετε το φαινόμενο αυτό; 

ΑΠ: Η αναβίωση αυτής της τέχνης δείχνει την αναγκαιότητα του σύγχρονου ανθρώπου να επιστρέψει στην κοιτίδα της βασικής, αρχικής γνώσης, πως είμαστε άνθρωποι. Το τεχνολογικό περιβάλλον γύρω μας μπορεί να αλλάζει, αλλά ο πυρήνας της ανθρώπινης ψυχής είναι ίδιος και αναλλοίωτος. Αυτό επιβεβαιώνουν τα λαϊκά παραμύθια.

 



2023


Εφημερίδα Η ΘΕΣΣΑΛΙΑ Αρ. Φύλλου 30.088 
Παρασκευή 3 Αυγούστου 2023

ΣΤΗΛΗ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ σελ. 17


https://e-thessalia.gr/mila-o-proforikos-afigitis-antrien-lotsioyro-laiko-paramythi-simainei-sofia-kai-paichnidi/

Συνέντευξη στον Δημήτρη Β,.  Προύσαλη

Με αφορμή τη διεθνή συμμετοχή από το Βέλγιο στο 13ου Φεστιβάλ Αφήγησης Πηλίου «Παραμύθια και Μύθοι στου Κένταυρου τη ράχη»,  είχαμε τη χαρά να συναντήσουμε και να συνομιλήσουμε με τον Αντριέν Λοτσιούρο (Adrien Lociuro), νέο πολλά υποσχόμενο προφορικό αφηγητή, ενόψει της παράστασης αφήγησής του.

Δημήτρης Β. Προύσαλης-Adrien Lociuro στο 13ο Φεστιβάλ Αφήγησης Πηλίου

1.Μπορείτε να ορίσετε τι είναι για σας αφήγηση;

ΑΠ. Η αφήγηση είναι ευχαρίστηση και μοίρασμα. Είναι μια στιγμή πολύ ιδιαίτερη.  Ο αφηγητής γίνεται αφορμή  για να συναντήσουν και να ξυπνήσουν μέσα τους οι ακροατές το εσωτερικό τους βασίλειο. Κουβαλάμε όλοι μέσα μας έναν βασιλιά, έναν ταξιδιώτη ή ζητιάνο, μια αλεπού του δάσους ή ένα πουλάκι μαγικό. Σε μια καλή αφήγηση οι καρδιές γίνονται μία και ίσως προσεγγίζουμε  τι σημαίνει ανθρωπιά.

2. Τι σημαίνει για σας λαϊκό παραμύθι; Πιστεύετε πως είναι δικαιολογημένη ακόμη και  σήμερα η πολυποίκιλη ενασχόληση ενός πλήθους ανθρώπων μαζί του;

ΑΠ: Λαϊκό παραμύθι σημαίνει σοφία, σημαίνει παιχνίδι, σημαίνει γέλιο. Όταν ακούγεται λαϊκό παραμύθι δεν μιλάει ένας άνθρωπος, ο αφηγητής μόνο δηλαδή. Μιλάει πλήθος ανθρώπων, μιλάνε οι λαοί. Σχετικά με το αν δικαιολογείται σήμερα η ενασχόληση μαζί του, αυτό δεν το ορίζουμε εμείς. Αν ασχολούνται άνθρωποι διαφόρων οριζόντων και τεχνών με το λαϊκό παραμύθι, αυτό σημαίνει πως ακόμα κάτι μας προσφέρει.

Από τη φετινή του συμμετοχή στο 13ο Φεστιβάλ Αφήγησης Πηλίου

Επικοινωνιακός, άμεσος, ειλικρινής, αληθινός, ήταν εκεί για να ταξιδέψουν οι ιστορίες

3. Τι ήταν αυτό που σας έφερε κοντά στο λαϊκό παραμύθι;

ΑΠ: Μέσα στην οικογένειά μας, η γιαγιά μου μας έλεγε ιστορίες από το χωριό της, λόγω της ιταλικής καταγωγής από τη Σικελία. Μας έλεγε ιστορίες αγάπης, ιστορίες της Μαφίας αλλά και ανέκδοτα, όπου βρίσκεται η ουσία των παραμυθιών. Είκοσι χρόνια μετά, κατάλαβα πως κάποια ανέκδοτα ήταν ιστορίες του Νασρεντίν Χότζα. Αργότερα ως φοιτητής στα παιδαγωγικά, οργανώθηκε από μια συγκάτοικό μου μια βραδιά αφήγησης στο σπίτι μας. Μου προτάθηκε να πω κι εγώ μια ιστορία, κι εγώ αφηγήθηκα μία που είχα ακούσει την προηγούμενη μόλις μέρα από έναν καθηγητή μου στη Σχολή. Αυτή υπήρξε η πρώτη φορά. Κάποιος μου είπε πως αφηγούμουν με τον τρόπο των παλιών κι αυτό ξύπνησε μέσα μου την επιθυμία. Όταν πέρασε ο καιρός, βρέθηκα σε διάφορα φεστιβάλ αφήγησης  στο Βέλγιο αλλά και σε συναντήσεις, σε βραδιές αφήγησης ως ακροατής. Κάποιοι αφηγητές μού άρεσαν πολύ και τους ρώτησα να μου πουν για την ενασχόλησή τους, τη σχέση τους με την αφήγηση. Ένας από αυτούς μου μίλησε για τον Ανρί Γκουγκώ (Henri Gougaud)  και το εργαστήρι του. Εκείνο το καλοκαίρι του 2015, εντελώς τυχαία-ή μήπως όχι;- μια φίλη μού δώρισε ένα βιβλίο του και από τότε τα πράγματα πήραν το δρόμο τους και βρέθηκα ανάμεσα στους μαθητές του, όπως είμαι και σήμερα.  Ανάμεσα στη βιωματική εμπειρία με τη γιαγιά μου και τον Α. Γκουγκώ παρουσιάστηκε στη ζωή μου, ένα ακόμη πρόσωπο, ο Νισίμ Αμόν (Nissim Amon), ένας δάσκαλος του Ζεν που δίδασκε μέσα από ιστορίες, αλλά πιθανά να συνέβαλαν και άλλα που με οδήγησαν στο δρόμο αυτό  δίχως να τα γνωρίζω.

 

5. Πείτε μας την άποψή σας, υπάρχει στις μέρες μας αναγκαιότητα για αφήγηση; Και αν ναι, πως το εξηγείτε;

ΑΠ. Σαφώς και υπάρχει τέτοια αναγκαιότητα. Ειδικά στις μέρες μας που όλα γίνονται από απόσταση, μέσω οθονών, εικόνων και βίντεο δέκα δευτερολέπτων. Πού είναι ο χρόνος και ο τόπος για να βρεθούμε όλοι μαζί με τις καρδιές μας ανοιχτές, να κάνουμε ένα διάλειμμα από τις δυσκολίες και τα άγχη της ζωής αλλά και τους καταιγιστικούς ρυθμούς της καθημερινότητας; Μπροστά στην ατομικοποίηση η δημιουργία συλλογικών κοινοτήτων είναι αναγκαία.


6. Ποια αφηγηματικά είδη υπάρχουν στο ρεπερτόριό σας; Υπάρχει κάποιο συγκεκριμένο που εσείς ξεχωρίζετε και γιατί;

ΑΠ. Δεν δίνω πολλή σημασία στην ταξινόμηση των ειδών. Όταν μου αρέσει μια ιστορία, την αφήνω να μου μιλήσει, χαίρομαι να την προσεγγίζω και να τη λέω με το δικό μου τρόπο. Καταλαβαίνω όμως πως αφηγούμαι περισσότερο λαϊκά παραμύθια από διαφορετικούς πολιτισμούς και προφορικές παραδόσεις που έχουν οικουμενικό χαρακτήρα, αφορούν το ταξίδι, το όνειρο και την αφύπνιση της συνείδησης.

 

Απλός κι ανεπιτήδευτος προφορικός αφηγητής

7. Με ποια κριτήρια επιλέγετε το υλικό που θα χρησιμοποιήσετε για μια αφήγησή σας;

ΑΠ. Άλλοτε τα κριτήρια επιλογής των ιστοριών μου εξαρτώνται από την πρόταση του φορέα ή του χώρου που με καλεί για συνεργασία, και άλλοτε τα κριτήρια τα καθορίζουν οι προσωπικές μου αναζητήσεις εκείνη την χρονική περίοδο. Σίγουρα όμως αφηγούμαι ιστορίες που μου αρέσουν πολύ και εκτιμώ πως μπορούν να γίνουν μια ευχάριστη αφήγηση για όλους.

 

9. Τα τελευταία χρόνια παρουσιάζεται μια κινητικότητα στο χώρο της αφήγησης με την εμφάνιση νέων αφηγητών. Μπορείτε να σχολιάσετε το φαινόμενο αυτό; Τι παρατηρείτε εσείς στο Βέλγιο;

ΑΠ. Δοκιμάσαμε τις τηλεοράσεις, δοκιμάσαμε το ραδιόφωνο, δοκιμάσαμε το ιντερνέτ και ακόμη κάτι μας λείπει. Κάποιοι νέοι καταλαβαίνουν πως η προφορική αφήγηση έρχεται να γεμίσει αυτό το κενό. Επίσης  νέοι αφηγητές και ακροατές  αντιλαμβάνονται πως τα παραμύθια δεν απευθύνονται μόνο στους ηλικιωμένους και τα παιδιά. Μια βραδιά αφήγησης είναι ψυχαγωγία, διασκέδαση και  κοινωνικοποίηση ισότιμη με τους άλλους τρόπους. Στο Βέλγιο τα τελευταία σαράντα χρόνια καταγράφεται η νεοαφήγηση και χαιρόμαστε που πολλοί νέοι προτείνουν αφηγήσεις με σύγχρονα θέματα, δημιουργούν λέσχες αφήγησης και σχετικές εταιρείες βάζοντας την αφήγηση στη ζωή τους.


 

Ο Adrien Lociuro την ώρα της αφήγησης...


10. Τι ακριβώς θα μας παρουσιάσετε στο 13ο Φεστιβάλ Αφήγησης Πηλίου;

ΑΠ. Θα σας παρουσιάσω την Παρασκευή 4 Αυγούστου 2023 μια παράσταση αφήγησης με θέμα: «Ένα όνειρο πιο παλιό κι απ’ τον κόσμο» στα γαλλικά και ελληνικά. Πρόκειται για παραμύθια που μας έρχονται από τα μέρη της Περσίας, της Αρμενίας, της Ιαπωνίας και άλλων πολιτισμών που αφορούν τη σχέση του ονείρου με τη ζωή και την  προσπάθεια του ανθρώπου  να κάνει τη ζωή του ένα όμορφο όνειρο.

ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ του Adrien Lociuro

Ο Adrien Lociuro (Αντριέν Λοτσούρο) είναι Βέλγος αφηγητής. Γεννήθηκε στις Βρυξέλλες το 1984 κι έχει ρίζες σικελικές, βελγικές και ουγγαρέζικες.

To 1992 μετακόμισε στην Πάρο με την οικογένειά του και πήγε στο ελληνικό δημόσιο σχολείο. Έμαθε την ελληνική γλώσσα και ήταν σ’ επαφή με τον ελληνικό πολιτισμό επί δέκα χρόνια.

Επιστέφοντας στο Βέλγιο σπούδασε παιδαγωγικά και πληροφορική και εργάστηκε ως καθηγητής και ως παιδαγωγός δημιουργικής απασχόλησης.

To 2011 παρακολούθησε εργαστήρι αφήγησης παραμυθιών στο Διεθνές Φεστιβάλ Αφήγησης του Σινί όπου και ξεκίνησε η αφηγηματική του πορεία.

Από το 2015 έως σήμερα, o Adrien Lociuro είναι μαθητευόμενος του Ανρί Γκουγκό (Henri Gougaud), σπουδαίο Γάλλο αφηγητή και συλλέκτη παραμυθιών, συγγραφέα και μουσικoσυνθέτη.
O Adrien συμμετέχει ενεργά στο περίφημο μηνιαίο Εργαστήρι Ανρί Γκουγκό και μαζί με τους άλλους παραμυθάδες στήνουν τις Εξαίσιες Πτήσεις – καμπαρέ αφήγησης και μουσικής.

To 2020, κατά την πανδημία και τις απαγορεύσεις κυκλοφορίας, συμμετείχε σε μια ομάδα μουσικών, ηθοποιών και παραμυθάδων, που μέσω τηλεφωνικών κλήσεων κρατούσαν επαφή με απομονωμένους ανθρώπους.

Σήμερα ο Adrien ζει στο Βέλγιο κι επισκέπτεται συχνά την Ελλάδα. Γράφει ένα παιδικό βιβλίο, οργανώνει τις βραδιές αφήγησης Τα Παραμύθια του Γκονγκ και αφηγείται παραμύθια σε συλλογικότητες, καμπαρέ, σχολεία, βιβλιοθήκες, κέντρα περίθαλψης, γάμους, γενέθλια κ.ά. Οι αφηγήσεις του απευθύνονται σε ενήλικες, εφήβους και παιδιά.

Ιστότοπος adrienlociuro.com

 



2017

Συνέντευξη συμμετέχουσας αφηγήτριας
Εφημερίδα "Η ΘΕΣΣΑΛΙΑ"
20/8/2017 αρ. φυλλ. 36.295 σελ. 20

"Η αφήγηση είναι πράξη πολιτική, ενέργεια για τη θέσπιση κοινωνικών σχέσεων"


Του Δημήτρη Β. Προύσαλη
Με αφορμή τη συμμετοχή της Μάγδας Κοσσίδα στο 7ο Φεστιβάλ Αφήγησης Πηλίου «Παραμύθια και Μύθοι στου Κένταυρου τη ράχη» στον Άγιο Γεώργιο της Νηλείας, είχαμε την ευκαιρία- εκτός από την ευκαιρία  να την απολαύσουμε στην αφηγηματική ραψωδία «Διγενής Ακρίτας» της ακριτικής παράδοσης στο κλείσιμο των εκδηλώσεων- αλλά και να μιλήσουμε μαζί της,  ακούγοντας τις απόψεις της στην προσέγγιση της αφήγησης. Οι απόψεις της αποκτούν ενδιαφέρον αφού ο δάσκαλος της Bruno de la Salle είναι ο πρώτος νεοαφηγητής που τιμήθηκε με το αμνώτατο μετάλλιο της Γαλλικής Ακαδημίας των Τεχνών για την προσφορά του στην αφήγηση.

 
-Τι σημαίνει για σας λαϊκό παραμύθι; Πιστεύετε πως είναι δικαιολογημένη ακόμη και  σήμερα η πολυποίκιλη ενασχόληση ενός πλήθος ανθρώπων μαζί του;
Το λαϊκό παραμύθι  είναι ένα λογοτεχνικό δημιούργημα που γέννησε η ανάγκη  του απλού ανθρώπου να εκφράσει και να κατανοήσει την ανθρώπινη εμπειρία. Είναι ένας λόγος τόσο ουσιαστικός, διδακτικός, διασκεδαστικός,  χρήσιμος όσο και πολύπλευ-ρος, πολυσήμαντος, πολυδιάστατος  και γενναιόδωρος θα έλεγα, διότι επιτρέπει πολλές διαφορετικές προσεγγίσεις, ερμηνείες ή εφαρμογές.  Νομίζω πως αυτός είναι ο λόγος που το παραμύθι προσελκύει και γοητεύει τόσο πολύ.

-Τι ήταν αυτό που σας έφερε κοντά στο λαϊκό παραμύθι;

Ένα τυχαίο γεγονός στην Γαλλία όπου έζησα τον περισσότερο χρόνο της ζωής μου. Ένα  αυθόρμητο προσκάλεσμα από την δασκάλα της κόρης μου στην πρώτη δημοτι-κού ήταν η αφορμή. Η δασκάλα προσκαλούσε τους γονείς των παιδιών να έρθουν στην τάξη και να μιλήσουν για το επάγγελμα τους. Εγώ τότε ήμουν φοιτήτρια και δεν εργαζόμουν. Η επιμονή της κορούλας μου όμως με έκανε να πάω και να παρουσιάσω μια ιστορία από την ελληνική μυθολογία, συγκεκριμένα τον Οδυσσέα και τον Κύ-κλωπα. Ο ενθουσιασμός που ακολούθησε ήταν μεγάλος και η δασκάλα μου ζήτησε να ξαναέρθω για να πω την συνέχεια. Τελικά κατέληξα να πηγαίνω κάθε δεκαπέντε μέρες. Επειδή δεν θυμόμουν όλο το έπος έπρεπε να το ξαναδιαβάσω. Τότε λοιπόν άρχισα να  ανακαλύπτω την σημασία του και σκέφτηκα πως δεν ήταν δυνατό να  μην το διδάσκονται τα παιδιά στην Γαλλία. Απευθύνθηκα λοιπόν στον αρμόδιο σχολικό σύμβουλο με μία παιδαγωγικά κατοχυρωμένη πρόταση και η απάντηση του ήταν: «Προσλαμβάνεστε!» Έμεινα έκπληκτη γιατί δεν το περίμενα . Για μένα μόνο  ένας δάσκαλος μπορούσε να το κάνει, δεν φανταζόμουν  ούτε ότι ή αφήγηση ήταν  επάγγελμα, ούτε ότι θα γινόμουν αφηγήτρια. Με έστειλαν σε δύσκολες περιοχές με μεγάλη εγκληματικότητα, διότι για αυτές τις συνοικίες υπήρχαν πολιτιστικά προγράμματα. Όμως εκεί τα παιδιά δεν ενδιαφέρονταν καθόλου για τη μυθολογία και μια μέρα απηύδησα, και έτσι  τους είπα ένα παραμύθι. Και εκεί πάλι έμεινα έκπληκτη, διότι αν και ήταν μεγαλύτερα παιδιά, στο παραμύθι δεν κουνήθηκαν καθόλου. Κατάλαβα λοιπόν πως δεν είχα καταλάβει τίποτα. Έτσι άρχισα να ασχολούμαι με το παραμύθι.

-Μπορείτε να ορίσετε τι είναι για σας αφήγηση; 

Για μένα πρόκειται για μία πολιτική πράξη . Χρησιμοποιώ τον όρο «πολιτική» με την ετυμολογική του σημασία. Πολιτική δεν σημαίνει το τάδε πρόγραμμα του τάδε κόμματος, αλλά η οποιαδήποτε ενέργεια που αποβλέπει στην θέσπιση κοινωνικών σχέσεων. 

 -Τι είναι αυτό που σας έκανε να ασχοληθείτε με την αφήγηση και να γίνετε μια αφηγήτρια-παραμυθού;
Δεν θα χαρακτήριζα τον εαυτό μου με αυτόν τον όριο. Κατά την δική μου αντίληψη υπάρχει σύγχυση με τους όρους  αφηγητή και παραμυθά.  Ένας αφηγητής μπορεί να είναι παραμυθάς, όμως ένας παραμυθάς δεν είναι απαραίτητα αφηγητής. Θα προσπαθήσω να εξηγήσω τι εννοώ: Το παραμύθι μάς έρχεται από την παράδοση. Η παράδοση δεν είναι όμως το ευαγγέλιο. Οι κοινωνίες αλλάζουν, εξελίσσονται και τα παραμύθια τα οποία είναι στενά συνδεδεμένα με περασμένες  κοινωνίες στις οποίες έχουν πάρει μορφή, εμπεριέχουν και αντικατοπτρίζουν το φαντασιακό πλαίσιο  της εκάστοτε κοινωνίας. Ο σημερινός άνθρωπος δεν έχει σχέση με τον τύπο ανθρώπου προηγουμένων κοινωνιών. Η τεχνολογία και  ο ανεξέλεγκτος καπιταλισμός έχουν δημιουργήσει ένα καινούργιο τύπο ανθρώπου λιγότερο ευσυνείδητο και  περισσότερο εξαρτημένο. Αφηγητής είναι αυτός λοιπόν  που ακούει την κοινωνία. Αυτός που είναι ικανός να ανασυντάξει τις προσδοκίες της κοινωνίας στην οποία απευθύνεται Αυτός που περιγράφει τον κόσμο κάνοντας συγχρόνως την κριτική του. Αυτός που παίρνει τον λόγο και εκφράζει την δική του γνώμη πάνω σε θέματα που απασχολούν την κοινωνία στην οποία απευθύνεται. Αυτό άλλωστε είναι κατά την γνώμη μου το μόνο που νομιμοποιεί αυτήν την τέχνη. Το παραμύθι που από την φύση του είναι παραδοσιακό, εάν δεν έχει δουλευτεί σωστά, δεν παρουσιάζει κατά την γνώμη μου ενδιαφέρον στην σημερινή εποχή. Είναι σαν να βάζουμε κατάπλασμα σε ξύλινο πόδι. Βέβαια υπάρχουν και εξαιρέσεις.

-Ποια αφηγηματικά είδη υπάρχουν στο ρεπερτόριό σας; Υπάρχει κάποιο συγκεκριμένο που εσείς ξεχωρίζετε και γιατί;

Όλα τα αφηγηματικά είδη υπάρχουν, αλλά αυτό που προτιμώ είναι η επική ποίηση και η δημοτική ποίηση . Ο έντεχνος μετρημένος τους λόγος είναι για μένα το Έβερεστ  της λογοτεχνίας.

 -Με ποια κριτήρια επιλέγετε το υλικό που θα χρησιμοποιήσετε για μια αφήγησή σας;

Φαντάζομαι ότι με τον όρο υλικό εννοείτε τις πηγές. Μιλούμε για μια άυλη πολιτισμική κληρονομιά και για μια άυλη τέχνη. Οι πηγές είναι διάφορες και διαφορετικές ανάλογα με τις ιστορίες. Τις διαλέγω με βάση την αξιοπιστία τους αν και γνωρίζω πως η οποιαδήποτε καταγραφή, πηγή ή  ερμηνεία, είναι πάντα σχετική, υποκειμενική και αυθαίρετη,  γιατί δεν υπάρχει παρθενογένεση στην σκέψη  εφόσον πάντα μιλούμε από μία θέση. Σίγουρα όμως εξετάζω τις πηγές και τις ερευνώ όσο καλύτερα μπορώ.

 -Κατά τη γνώμη σας τι είναι αυτό που κάνει την αφήγηση ακόμη θελκτική και αναγκαία στις μέρες μας; 

Οι ιστορίες είναι ο ποταμός της γνώσης. Ένας ποταμός αν όχι χείμαρρος, που πηγάζει από την φαντασία και εκβάλει στην πραγματικότητα. Η ροή του λόγου μοιάζει με εκείνη του νερού.Το νερό εισέρχεται στην γη, την ευδοκιμεί, την καθιστά γόνιμη. Ο λόγος εισέρχεται με τον ίδιο τρόπο στην κοινωνία.Χωρίς λόγο και νερό, δεν υπάρχει ζωή!

-Τα τελευταία χρόνια παρουσιάζεται μια κινητικότητα στο χώρο της αφήγησης με την εμφάνιση νέων αφηγητών. Μπορείτε να σχολιάσετε το φαινόμενο;

 Αφηγητής; Ετυμολογικά, ο όρος «αφηγητής» σημαίνει αρχηγός, αυτός που είναι μπροστά, ο οδηγητής. Μετά τον Όμηρο η λέξη «αφηγούμαι» παίρνει τη σημασία του «θεωρώ, σκέπτομαι, νομίζω, έχω τη γνώμη...» Σήμερα πια έχει τη σημασία τού «λέω μια ιστορία». Στη σημερινή, εγωκεντρική κοινωνία μας, όλοι θέλουμε να μπούμε μπροστά, όλοι έχουμε μια γνώμη και μια ιστορία να πούμε. Συνεπώς, σύμφωνα με αυτούς τους ορισμούς, όλοι πληρούμε τις προϋποθέσεις. Είμαστε όλοι αφηγητές... Αυτό όμως που για μένα ξεχωρίζει και χαρακτηρίζει έναν αφηγητή είναι η ποιητική του. Δεν φτάνει να παίρνει κανείς τον λόγο δημόσια. Σημασία έχει τι προτείνει και από πού προέρχεται αυτό που προτείνει. Από την παράδοση; Τη συνήθεια; Την κοινή αποδοχή; Από ιδιωτικό συμφέρον; Σε τι και γιατί μπορεί να είναι χρήσιμο στην κοινωνία στην οποία απευθύνεται;  Για να γίνω πιο κατανοητή, θα αναφέρω ένα παράδειγμα. Όλοι μπορούμε να βγάλουμε μια φωτογραφία εάν έχουμε μια μηχανή, όμως λίγοι μπορούν να κάνουν μια φωτογραφία έργο τέχνης. Αυτό που χρειάζεται είναι το βλέμμα του φωτογράφου. Το ίδιο ισχύει για κάθε τέχνη. Νομίζω πως είναι πολλοί λίγοι οι αληθινοί αφηγητές όπως και οι αληθινοί ποιητές.

 



Συνέντευξη Τιμώμενου Προσώπου
εφημερίδα "Η ΘΕΣΣΑΛΙΑ"
13/8/2017 αρ. φυλλ. 36290 σελ. 22

DAVID AMBROSE


Every Summer, in each of our Storytelling Festival organization in Pelion Mt. a bridge of meeting is made and a road of dialogue is opened with storytellers and personalities who arrange initiatives in folk oral literature and enrich the perspective of all those who love storytelling performances and folktales from all around the world.In this spirit of contributing this dialogue we publish interviews of important people who are recognized for their significant mobility in the field of storytelling in the greek speaking area and widely in the world and also for their valuable experience for many years on this subject. Our 2017 organization offers the chance to meet with the thoughts of Mr. David Ambrose under his double identity as a storyteller and a Festival Director of the International Storytelling Festival Beyond The Border in Wales.
Interview published in newspaper "THESSALY" Sunday August 13th, No. 36290 p. 22                                                                                                                          


Q: You run one of the oldest storytelling festivals in the UK. How did the idea come?
As Director of the Arts Centre at St Donats Castle in South Wales I had been putting on Storytelling performances in the theatre there for more than 5 years. In 1992 we decided to hold a storytelling evening out of doors, in the castle gardens on Midsum-mer's Eve. We arranged to have a group of leading storytellers The Company of Storytellers (Hugh L, Ben H, Sally Pomme) plus a fivepiece band called The Drones.
It was a huge success - we had 300 people coming with blankets and picnic baskets and botttles of wine. It was the biggest audience we had ever had for a single evening event. Afterwards i said to Ben Haggarty - next year let's do a festival. Ben agreed to help me by offering his great knowledge of other international storytellers and story traditions. At that time he knew more than me about this -My expertise was more  on the music side  - I knew a lot about World Music artists and traditions  I had been a photographer and journalist for Peter Gabriel's WOMAD Festival (I took photographs for one Peter Gabriel's the Real World Label artists) So Ben Haggarty and I made a good complementary team. And I was inspired by the WOMAD Festivals, the way they had not only music but also dance and theatre and visual arts all in one weekend festival. I wanted to do the same for Storytelling. No-one had ever held a storytelling festival in Wales before. This was my dream.

So we launched the festival the following year, in 1993. We had some of the best storytellers from all over the UK, pplus tradition bearers from India and the Caribbean, as well as lots of music and plenty of dancing to end the festival. It was an ever bigger success than the single event the year before. People loved it, the Arts Council of Wales became interested in supporting it, and we carried on from there. After a while  Ben Haggarty stopped helping me. By that time I had learned so much about World Storytelling traditions that I was able to programme the festival on my own.  But looking back, I had two great helpers, my two guiding spirits.  These were of course Ben H, and also the Castle, with its beautiful terraced gardens sloping down to the sea. Without their help, the festival would never have been such a success. I'm hugely grateful to both Ben and Atlantic College, the international sixth form school who own St Donats Castle for helping me create our dream festival.

 

Q: Festival Director and Storyteller. How difficult is this combination?

Difficult, but I hope I've learned how to balance the two. Difficult for two reasons - as performed you feel close friendship with other performers, you talk together, are often invited to work together. As Director you have to choose the best performers, the ones who are going to be the best people for the job you want them to do. This means you sometimes have to say no to choοsing your friends. It can be hard. I may have disap-pointed even  lost one or two friends this way. Also difficult to be a good  performer in your own festival.  To give your best as performer you must focus on your work, not be distracted. This is especially true if performing on stage with others. As Fest Director you must think of everything - the artists, the audience, the volunteers, the press, the local politicians and dignatories who you rely on to help, plus the arrange-ments for food and drink and the campsite and the technical requirements even the toilets. Everything that makes a good successful happy festival. With your head so full of things, It’s almost impossible to be on stage and not think about something else, something that needs attention somewhere else. And when you’re thinking like that, you’re not in the world of your story. And if you are not in the world of your story then how can your listeners be in it?
But there are advantages to being both Storyteller and Festival Director.  I mean you know what it's like to be on stage, what an artist’s needs are, what will help your artists do their best work. And if you can make that happen, then you will also have happy satisfied audiences, and a successful festival. I know that my experience of being a performer has helped make a success of the festival, because I understand a storytellers needs.

Q: What changes have you seen in 25 years?
 Changes in the festival: increased numbers in audience - the first festival had around 300 people; last year (2016 festival) we had around 3000. Ten times. Improved quality of listening - audiences listen more intently, are more responsive. And more prepared to explore new, widely differing storytelling styles.
Changes in the storytelling business generally: a big increase in the number of people working as storytellers. In 1993 there were not more than ten professional, full time storytellers in the whole of the UK, and very very few amateurs or part time tellers.  Now there are probably 50+ full time tellers, hundreds of amateurs, and even more who do not give performances, but  now use storytelling in some way in their profession - teachers, therapists, tour guides, social workers, refugee counsellors, etc etc... There has also been an increase in the number of storytelling courses and other opportunities for people to learn storytelling  skills. In 1993 Beyond The Border held one of the first Storytelling Summer Schools in the UK. Now there are several every year.



And we've seen a big change in the understanding of the living oral tradition. There used to be a big communication gap between academics who studied storytelling as a lost art from the past, and the few storytelling practitioners who were working to revive the tradition. Today the academic institutions embrace the living, working storytellers so there is much more interest in the living art form. Some Universities now include modules in storytelling in their courses. In Wales, BTB works regularly with the University of South Wales to promote understanding of storytelling through seminars, workshops, conferences etc.

There is also more understanding that storytelling is an art form in its own right - not theatre, not reading from books, but a separate art with its own needs and requirements for creation and presentation. 25 years ago very few institutions understood this. Today you can find storytelling performances taking place within other art form festivals - at music festivals, literature festivals, general arts festivals. This never happened 25 years ago. And there are far more small clubs dedicated to storytelling. In Wales, BTB has helped to set up a network of storytelling clubs across Wales, offering monthly storytelling for local audiences. There has also been big increase in the number of international storytelling festivals across Europe. Some of these began around the same time as BTB, but most have come along since then. And even though there are now greater economic difficulties than we had 25 years ago, still we hope these festivals and clubs will survive. People need storytelling now as always...

 
 

Q: What led you to the world of orality?
I first knew I had arrived at the world of storytelling in 1987. That's when I first saw it. To get there I needed to have several guides and signposts along the way.
The first was probably my parents. My father loved words - poetry, jokes, word play. My mother was a vivid teller of stories about things that happened to her. And they both loved books. One of the books I remember them laughing over was “My Family and Other Animals” by Gerald Durrell about his family life on Kerkyra. I loved that story too. And my parents loved music, so  i grew up with a family that appreciated stpries, spoken word and the sound of music. They also loved travel. My mother took us on wonderful holidays to Ireland and also Greece. As I developed my own musical tastes I began to discover the rich traditions of folk music in the British Isles and Ireland. I started going to folk music clubs and saw people like Steeleye Span and Fairport Convention, singing tradtional ballads (story songs) which they carried in their heads. Not reading the words or the music, just singing without books. I began to do this too. It was the 1970s, I was in my 20s.
But it wasn't until 1987, when I saw the great English storyteller Ben Haggarty telling stories to children at a school in Wales that I understood how it was possible to do the same thing with  traditional stories that I was learning to do with traditional songs - to carry your collection of stories in your head, and perform them without any book. It was a revelation to me. And because I was an adult who enjoyed Ben Haggartys performance as much as the schoolchildren did, I decided I wanted to share this enjoyment with other adults. So I began to promote a programme of storytelling for adults at St Donats Castle in Wales. This gave me the chance not only to share the enjoyment of seeing some good storytellers, but also to learn by seeing and listening .Very soon I began to try storytelling for myself. But it's a long journey to become a good storyteller, and not always easy. It was another 10 years before I began performing professionally. And I'm still learning....

Q: What do you think about the significance of storytelling in modern Times? 
A: same as its always been - an important way in which to see the world through the eyes of others, to enlarge our understanding of ourselves and of our place in the universe. I believe in the power of stories to create empathy. Perhaps we need this more than ever. And also , to stimulate the imagination in a unique way. This is particularly significant today, in a world where stories both true and fictional are increasingly mediated through film and moving image. I love films- there are some great storytellers working with cinema like Spielberg for instance - but the problem is that so much imaginative work is already done for you, the pictures are created for you by he film maker.  In storytelling you create the images yourself, with just a little help from the storytellers face and gestures.

Q: What do you think of the future of storytelling?
Storytelling will always exist, because people will always want to tell and hear stories. As long as there are people , things will happen to them, and then they will have a story to tell. And I believe one of the reasons that traditional stories - from jokes and fables through folk stories and wonder tales  up to the great epics and sagas - have all survived so long is because they too have something to say, something that people will always need to hear. No doubt the forms will change and develop, especially in our multi-cultural, multi-media world, in which we can absorb and adapt other styles and traditions so easily. But the basic human need to hear and respond to  and draw inspiration from a story well told will survive.

 

 

2015
Συνέντευξη Τιμώμενου Προσώπου
εφημερίδα "Η ΘΕΣΣΑΛΙΑ"
13/8/2015 αρ.φυλ. 35695

Συνέντευξη της Sally Pomme Clayton με αφορμή τα 30 χρόνια (1985-2015) προσφοράς της στον κόσμο της αφήγησης και τη συμμετοχή της στο 5ο Φεστιβάλ Αφήγησης Πηλίου.




1.      Πώς εμπνευστήκατε να γίνετε αφηγήτρια;

Ο παππούς μου μού έλεγε ιστορίες σαν παιδί, στέκονταν στην άκρη του κρεβατιού μας και μας έλεγε ιστορίες για την Νεραϊδοβασίλισσα. Η γιαγιά μου ήταν τραγουδίστρια και η μαμά μου μας διάβαζε, όποτε μεγαλώνοντας με τραγούδια και ιστορίες μου φάνηκε φυσικό να λέω ιστορίες. Όλα αυτά με επηρέασαν πολύ. Από την ηλικία των εφτά έλεγα ιστορίες στην αδελφή μου και στα ξαδέλφια επινοώντας έναν ολόκληρο κόσμο από ζώα που είχαν περιπέτειες. Η αργή και ρυθμική φωνή του παππού μου έμεινε μαζί μου και με εμπνέει τώρα όταν λέω ιστορίες. Πρόσφατα έδωσα μια παράσταση με τίτλο «Night Visit» (Νυχτερινή Επίσκεψη), που περιείχε ηχογραφήσεις με τη φωνή του παππού μου, πριν πεθάνει, και λέμε μαζί κάποιες από τις ιστορίες του. 

 

2.      Από πότε λέτε ιστορίες;

Γνώρισα τον Ben Haggarty και την Georgiana Keble το 1983. Ασχολούμουν με το πειραματικό θέατρο εκείνη την εποχή και μου είπαν ότι θα ήταν καλό να δουλέψω μαζί τους- έλα και πες μια ιστορία. Είπα μια ρωσική ιστορία που αγαπούσα ως παιδί. Μου ζήτησαν να δουλέψω μαζί τους και εξεπλάγην από το γεγονός ότι το να λες ιστορίες είχε έναν ορισμό! Για μένα ήταν κάτι που έκανα πάντα. Το 1985 ο Ben Haggarty, εγώ και ο Hugh Lupton ιδρύσαμε την «Συντροφιά των αφηγητών» γιατί θέλαμε να λέμε ιστορίες σε ενήλικες. Νοιώσαμε ότι υπήρχαν χιλιάδες ιστορίες που δεν απευθύνονταν σε παιδιά αλλά σε ενήλικες- ήταν σκοτεινές, παθιασμένες, περίπλοκες, φιλοσοφικές ιστορίες για μεγάλες ιδέες. Οπότε ιδρύσαμε την ομάδα για να λέμε συγκεκριμένα ιστορίες σε ενήλικες.

 

3.      Τι σημαίνει για σένα η αφήγηση;

Αγαπάω τα παραμύθια και τους μύθους. Οι ιστορίες που κληρονομήσαμε από τους προγόνους μας και δημιουργήθηκαν από ανώνυμους τελικά καταγράφηκαν. Είναι σα χρυσάφι. Νοιώθω απεριόριστο ενδιαφέρον για την Ωραία κοιμωμένη, την ελληνική μυθολογία, Babba Yaga, Dede Korkut. Πιστεύω ότι οι εικόνες που τα λαϊκά παραμύθια εμπεριέχουν είναι ένα είδος τροφής, μια μυστηριώδης ζωή – που δίνει τροφή την οποία  όλοι οι άνθρωποι έχουν ανάγκη.  Οι αφηγητές πρέπει να τιμήσουν το υλικό αυτό, να βρουν τη σωστή ισορροπία ανάμεσα σε όλα τα στοιχεία της παράστασης έτσι ώστε η ιστορία να παραμείνει ζωντανή μέσα στον ακροατή. Αυτό είναι ένα τεράστιο έργο που μ’ ενδιαφέρει πολύ και στο οποίο είμαι αφοσιωμένη.

 

4.      Σε τι είδους ιστορίες βασίζονται οι αφηγήσεις σου;

Χρησιμοποιώ ένα πολύ ευρύ υλικό. Διαφορετικά είδη παραδοσιακού υλικού από τραγούδια μέχρι αινίγματα, από παραδοσιακές ιστορίες μέχρι λαογραφία, από μύθους μέχρι παροιμίες, από θρύλους έως παραμύθια.  Επίσης χρησιμοποιώ βιογραφίες και αυτοβιογραφίες, κομμάτια από την ιστορία και την πολιτισμική ιστορία καθώς και ταξιδιωτικές ιστορίες. Επικεντρώνομαι κυρίως στη σύνθεση, στο πώς να συνδυάζω το υλικό και στο γιατί. Πιστεύω ότι όλοι οι βάρδοι/ραψωδοί δημιούργησαν το υλικό τους δημιουργώντας κάτι μοναδικό από το παλιό υλικό αναβιώνοντας το. Προσπαθώ ν’ ακολουθήσω αυτήν την παράδοση. Συνήθως θα ψάξω να βρω όσες περισσότερες παραλλαγές της ίδιας ιστορίας για να βρω τις διαφορές και να κάνω το δικό μου ταξίδι μες στην ιστορία. Αλλά έχω μια βαθιά αγάπη για την ελληνική μυθολογία. Μεγάλωσα με τους ελληνικούς μύθους και αποτελούν ένα σημαντικό κομμάτι του αγγλικού εκπαιδευτικού συστήματος και τώρα της αγγλικής  φαντασίας. Οι ιστορίες σας έχουν έναν παγκόσμιο αντίκτυπο.

 

5.       Σε τι είδους κοινό αφηγείσαι συνήθως;

Αφηγούμαι και σε παιδιά και σε ενήλικες σε διάφορους χώρους. Μπορεί να είμαι σε μια αίθουσα διδασκαλίας μυώντας τα παιδιά σε ένα κλασικό παραμύθι ή ένα σύνολο μύθων. Μπορεί να αφηγούμαι σε παιδιά και ενήλικες ταυτόχρονα, σε ένα μουσείο ή σε μια γκαλερί όπου συνδέω τις ιστορίες μου με αντικείμενα ή με μια έκθεση. Αυτό το σκηνικό μπορεί να είναι πρόκληση με ανθρώπους που περνάνε και άλλους θορύβους οπότε μπορεί να είναι απίστευτα δύσκολο, ωστόσο σε αποζημιώνει. Μπορεί να κάνω μια πολύ στοχευμένη και λεπτομερή αφήγηση σ’ ένα θεατρικό χώρο  όπου το κοινό μπορεί πραγματικά να συγκεντρωθεί και να χαθεί μες στην ιστορία.

 

6.      Μπορείς να μας πεις τη σχέση σου με την προφορικότητα εκτός από την αφηγηματική παράσταση;

Κάνω πάρα πολύ έρευνα για τις αφηγήσεις μου και μου αρέσει να δημιουργώ τις δικές μου παραλλαγές με το να τις γράφω. Οι αφηγήσεις  μου είναι αυτοσχεδιασμοί όπου μπορεί να υπάρχουν κάποια σταθερά σημεία ή φράσεις που θέλω να κρατήσω ή να φτάσω αλλά μπορεί επίσης και να υπάρχουν αυθόρμητα πράγματα που μπορεί να συμβούν εξαιτίας του περιεχομένου και του κοινού που μπορεί να μην ξανασυμβούν.  Έχω επίσης γράψει αρκετά βιβλία. Πιστεύω ότι τα καλύτερα πράγματα που έχω γράψει είναι οι ιστορίες που έχω πει και ξαναπεί και που έχουν μια προφορική ποιότητα που εξακολουθεί και υπάρχει στο γραπτό κείμενο.

 

7.      Πόσοι ενεργοί αφηγητές υπάρχουν στην χώρα σου; Υπάρχει κάποιος εθνικός οργανισμός ή κέντρο για τη διάδοση της αφήγησης;

Όταν ξεκίνησα να λέω ιστορίες υπήρχαν είκοσι αφηγητές στο Ηνωμένο Βασίλειο. Δεν ξέρω πόσοι υπάρχουν τώρα, ίσως δύο χιλιάδες; Δεν προωθώ και δεν προωθούσα ποτέ  τον εαυτό μου αλλά υπάρχουν πολλοί αφηγητές που οργανώνουν και προωθούν εκδηλώσεις. Αυτή είναι μια ικανότητα που δεν έχω. Απλά επικεντρώνομαι στην αφήγηση. Υπάρχει η «Εταιρία των Αφηγητών» όπου οποιοσδήποτε μπορεί να πάρει πληροφορίες για το τι συμβαίνει στο Ηνωμένο Βασίλειο, το οποίο μπορεί να είναι πολύ χρήσιμο. Υπάρχουν πάρα πολλές λέσχες σε όλο το Ηνωμένο Βασίλειο όπου άνθρωποι λένε και μοιράζονται ιστορίες και παρόλο που διαθέτουν διαφορετικό επίπεδο ικανότητας στην αφήγηση είναι ωστόσο πολύ φιλικοί.

8.      Πόσα φεστιβάλ αφήγησης υπάρχουν στη χώρα σου; Μπορείς να αναφέρεις μερικά;

 Υπάρχουν κάποια – το "Beyond the Border” είναι το παλιότερο, το οποίο ξεκίνησε αρχικά ο Ben Haggarty και ο David Ambrose στις αρχές της δεκαετίας του 90. Υπάρχουν και μερικά άλλα – το “Festival  at the edge”στο Shropshire είναι πολύ καλό. Υπάρχουν αρκετά στο Devon, μετά υπάρχει και το «Settle Φεστιβάλ Αφήγησης» στο  Yorkshire και μερικά στη Σκωτία. Όλα έχουν ξεχωριστή ποιότητα η οποία συνδέεται με την τοποθεσία στην οποία γίνονται και τα ενδιαφέροντα του ανθρώπου ή της ομάδας που το οργανώνει.

 

9.      Πες μας τη γνώμη σου, υπάρχει αναγκαιότητα σήμερα για την αφήγηση;

Οι άνθρωποι είχαν πάντα ανάγκη για ιστορίες, φαίνονται να είναι σημαντικό μέρος της ανθρώπινης φύσης. Και συνεχίζουμε να τις χρειαζόμαστε.  Μια ιστορία που μας έχουν αφηγηθεί καλά μπορεί να μας βοηθήσει να διαχειριστούμε σύνθετες ιδέες και συναισθήματα. Μας ενώνουν με το παρελθόν,  συνδέοντας μας με τους προγόνους μας, με πρώιμες πεποιθήσεις, σκέψεις και σοφίες. Ακούγοντας ιστορίες ως παιδί συλλέγεις σπόρους κουράγιου, ανθεκτικότητας, πίστης, ήθους – στα οποία  μπορείς να βασιστείς ως ενήλικας. Η ακρόαση ιστοριών ως ενήλικας ανασύρει μνήμες και αισθήματα και μας βοηθά να δίνουμε νοήματα. Είναι σημαντικό ότι η δουλειά που γίνεται είναι ύψιστης ποιότητας ώστε το ακροατήριο πράγματι  δέχεται κάτι πολύτιμο το οποίο θα διαρκέσει μέσα του.

 

10.  Στο τοπικό Φεστιβάλ Σφήγησης Πηλίου 2015 θ’ αφηγηθείς το «Έρως και Ψυχή». Γιατί επέλεξες αυτό το θέμα;

Ήρθα πρώτη φορά στην Αθήνα το 1996 για να συμμετέχω σ’ ένα φεστιβάλ αφήγησης που οργάνωσε ο Απόστολος Δοξιάδης. Ερωτεύτηκα την Αθήνα και την Ελλάδα. Στη διάρκεια εκείνου του ταξιδιού συνάντησα ένα μακρινό συγγενή, και ενώ περπατούσαμε μου έδειξαν τον Υμηττό και μου είπαν την ιστορία της τελευταίας επιθυμίας του Σωκράτη να δει την αντανάκλαση του ήλιου κατά τη δύση του στο βουνό. Αυτό έμεινε χαραγμένο στο μυαλό μου. Άρχισα να συγκεντρώνω μικρά ανέκδοτα και ιστορίες που άκουσα για τον Σωκράτη. Ήταν ακόμα ζωντανός στις κουβέντες των Ελλήνων. Ήξερα ότι ήθελα να βρω τρόπο ν’ αφηγηθώ την ιστορία του. Τα χρόνια πέρασαν. Ερωτεύτηκα τον Έλληνα σύντροφό μου και κινηματογραφιστή,  Φώτιο Μπεγκλή. Κατάγεται από τη Θεσσαλονίκη και μαζί ταξιδέψαμε σε κάποια εξαιρετικά όμορφα, μαγικά μέρη της Ελλάδας. Και άλλα χρόνια πέρασαν και μία ιδέα κύλησε στο μυαλό μου! Ουφ! Παίρνει πράγματι πολύ καιρό να έχεις μια καλή ιδέα! Ήθελα να συνδέσω τον μύθο «Έρως και Ψυχή» τόσο με  «το Συμπόσιο» όσο και με τη ζωή του Σωκράτη. H παράσταση θα ήταν ένας δημόσιος διάλογος πάνω σε θέσεις- ένα debate γύρω από την αγάπη. Θα ήταν επίσης γύρω από το θάνατο και την επιλογή για ζωή. Ενώ η Ψυχή ελευθερώνεται από το θάνατο ο Σωκράτης κάνει το τελευταίο του ταξίδι στον Άδη. Διάβασα πολλά  έργα του Πλάτωνα και από αυτά έβγαλα ιστορίες και αποσπάσματα. Μελέτησα όλες τις παραλλαγές του «Έρως και Ψυχή». Έφτιαξα μια σύνθετη δίωρη παράσταση. Στην πορεία ανακάλυψα ότι ο Λατίνος συγγραφέας της πρώτης παραλλαγής από το «Έρως και Ψυχή»- ο Απουήλιος- σπούδασε Φιλοσοφία στην Αθήνα και Πλατωνικές ιδέες ήταν θαμμένες στο κείμενό του. Επομένως η διαίσθησή μου να συνδέσω το μύθο με τη Φιλοσοφία ήταν σωστή.

Σας ευχαριστώ πολύ που με καλέσατε από την Αγγλία, να σας «επιστρέψω» τη δική σας ιστορία μέσα από την αφήγηση. Το νιώθω ως τιμή. Είμαι τυχερή που θα την αφηγηθώ στο βουνό του Πηλίου και ελπίζω να το ευχαριστηθείτε.

             Μετάφραση από τα αγγλικά: Γεωργία Μοχλάκη-Φωτεινή Στεφανή
 


2014

Συνέντευξη Τιμώμενου Προσώπου
Εφημερίδα "Η ΘΕΣΣΑΛΙΑ"
15/8/2014 αρ.φυλ. 35395
 
Συνέντευξη του ερευνητή με αφορμή τη διάκρισή στο 4ο Φεστιβάλ Αφήγησης Πηλίου
 
Αριστοφάνης Χουρδάκης : Τιμή στο κρητικό παραμύθι

 
Στα πλαίσια του 4ου Φεστιβάλ Αφήγησης Πηλίου «Παραμύθια & Μύθοι στου Κένταυρου τη ράχη» και στις τιμητικές εκδηλώσεις οργανώθηκε την Πέμπτη 7 Αυγούστου  βραδιά προς τιμήν του Αριστοφάνη Χουρδάκη με παρουσία πλήθος κόσμου που παρακολούθησε τις ομιλίες του Θερινού Σχολείου που προηγήθηκε. Ακολούθησε η βράβευση του Α. Χουρδάκη από τον Κ Λιάπη. Ένας Πηλιορείτης βραβευμένος από την Ακαδημία Αθηνών το 1996 για το έργο του «Το γλωσσικό ιδίωμα του Πηλίου», παρέδωσε την τιμητική πλακέτα σε έναν Κρητικό βραβευμένο το 2013 από τον ίδιο πολυσήμαντο και βαρύνοντα φορέα, μέσα σε κλίμα συγκίνησης από όλους τους παρισταμένους φίλους των λαϊκών παραμυθιών. Ακολούθησε αφήγηση από τον τιμώμενο «Παραμύθια στη γλώσσα του Ρωτόκριτου».
 Η συνέντευξη που ακολουθεί πραγματοποιήθηκε λίγο πριν την τιμητική εκδήλωση και δόθηκε στον Δ.Β. Προύσαλη


 
-Τι ήταν αυτό που σας έκανε να ασχοληθείτε με τα λαϊκά παραμύθια δεδομένου του λαογραφικού πλούτου της Κρήτης.
Α.Χ. Δύο ήταν κυρίως οι λόγοι που με ώθησαν να ασχοληθώ με το λαϊκό παραμύθι. Πρώτον γιατί στην Κρήτη δεν είχε γίνει μια συστηματική καταγραφή του λαϊκού παραμυθιού και δεύτερο ότι το λαϊκό παραμύθι βρισκόταν στο τέλος του. Οι λιγοστοί παραμυθάδες που υπήρχαν ακόμη πέθαιναν κάθε μέρα και έπαιρναν μαζί τους τα παραμύθια τους. Άρχισα λοιπόν τότε να τα καταγράφω  και κινήθηκα από τη μιαν άκρη του νησιού ως την άλλη. Να πω εδώ πως δεν ασχολήθηκα αποκλειστικά και μόνο με το λαϊκό παραμύθι, αλλά και με άλλα είδη λαϊκής αφήγησης, τους μύθους, τις εύθυμες κρητικές ιστορίες και τις ιστορίες της Τουρκοκρατίας. Κι ενώ το λαϊκό παραμύθι έχει φτάσει προς το τέλος του οι εύθυμες ιστορίες και τα ανέκδοτα παραμένουν ζωντανά. Με τις μαντινάδες, το δημοτικό τραγούδι της Κρήτης, τα ριζίτικα και τις παροιμίες είχαν ασχοληθεί πολλοί άλλοι στο παρελθόν και νομίζω ότι το θέμα είχε εξαντληθεί.
-Τι σημαίνει για σας λαϊκό παραμύθι;
ΑΧ. Το παραμύθι για μένα δεν ήταν μόνο η μοναδική ψυχαγωγία που συνόδευε τα παιδικά μου χρόνια. Ήταν το αγνό και καθάριο νερό που έτρεχε κατευθείαν από το στόμα του λαού, φορτωμένο πείρα και σοφία. Το πρόλαβα στην καλή του εποχή, αλλά προς το τέλος του. Μια βόλτα στον τόπο μου μού έδειξε ότι το παραμύθι υπήρχε ακόμα διάσπαρτο. Μας έδιδε γνώσεις, έτρεφε τη φαντασία, μας ευχαριστούσε. Αλλά και σε κάθε εποχή είναι χρήσιμο το λαϊκό παραμύθι. Αν και παλιότερα τα παραμύθια τα λέγανε μόνο για τους μεγάλους, και ένα στα δέκα είναι κατάλληλο για παιδιά κι άλλα ήταν εντελώς ακατάλληλα για τις μικρές ηλικίες, θεωρώ πως είναι σημαντικό υλικό, απαραίτητο για την παιδική ηλικία. Θυμάμαι ακόμα το πρώτο παραμύθι που άκουσα από τη μάνα μου πριν ακόμα πάω στο Δημοτικό. Έχει τίτλο: «Φιλημένη, τσιμπημένη» και είναι δημοσιευμένο στη συλλογή «Παραμύθια Αγίας Παρα-σκευής Πεδιάδας» (Ν. Ηρακλείου). Από τα πιο αγαπημένα μου, ανάμεσα στα άλλα είναι «Η Χρυσομαλλούσα» της Τζανιδάκη Δήμητρας από το Κεντρί Ιεράπετρας. Είναι από τα μεγαλύ-τερα που έχω καταγράψει και αποτελεί πραγματικό ύμνο στη φιλία.
-Από τη μελέτη σας πιστεύετε πως τα κρητικά παραμύθια παρουσιάζουν ιδιαιτερότητες ή άλλα χαρακτηριστικά που τους προσδίδουν ιδιαίτερη ταυτότητα;
-ΑΧ Το παραμύθι όπως ξέρουμε είναι παγκόσμιο είδος. Είναι η λογοτεχνία του λαού. Και δεν μπορούσαν τα κρητικά παραμύθια να είναι διαφορετικά από τα παραμύθια της υπόλοιπης Ελλάδας. Παρόλα αυτά παρατήρησα, από τις καταγραφές που έχω κάμει ως τώρα,  πως πολλά κρητικά παραμύθια είναι επηρεασμένα από τη Βενετοκρατία. Τίτλοι παραμυθιών όπως «Ο Βενεντίνος», «Ο Φλωρεντίνος», «Ο Μπολόνιος, η βασιλοπούλα και το ρηγόπουλο» μας πα-ραπέμπουν σε αυτή την εποχή. Επίσης έχουν καταγραφεί και άλλα παραμύθια εδώ στην Κρήτη που δεν τα συναντούμε σε άλλες περιοχές της Ελλάδας. Αυτά νομίζω ότι είναι καθαρά κρητικά παραμύθια, δημιουργήματα του κρητικού λαού, όπως για παράδειγμα «Η χαημένη μας αηλιά», «Το βοσκάκι κι η ζουρίδα»
-Πόσα χρόνια ασχολείσθε με τη μελέτη και καταγραφή των κρητικών παραμυθιών;
-ΑΧ Το λαϊκό παραμύθι με συγκινούσε πάντοτε. Δεν έβρισκα όμως το χρόνο να ασχοληθώ. Από τότε που μπήκα στη σύνταξη είχα αρκετό χρόνο και ζωντάνεψε πάλι η αγάπη μου για το παραμύθι. Μέχρι τότε κατέγραφα ό, τι  ενδιαφέρον γύρω από την παράδοση έπεφτε στην αντίληψή μου. Όταν όμως διαπίστωσα πως το λαϊκό παραμύθι βρίσκεται στο τέλος του και κάθε μέρα χάνεται, ξεκίνησα να καταγράφω ασταμάτητα. Στα 25 αυτά χρόνια (1990-2014)  έχω επισκεφτεί όλες τις επαρχίες της Κρήτης και περίπου 300 χωριά. Έχω μαγνητοφωνήσει γύρω στους 200 μύθους και 500 παραμύθια μαζί με τις παραλλαγές τους. Εμένα έλαχε ο κλήρος να καταγράψω ένα μεγάλο κομμάτι από τον πλούσιο θησαυρό του κρητικού παραμυθιού. Άλλοι πιο ειδικοί από εμένα θα κληθούν να τα μελετήσουν.
-Υπάρχει στοιχείο συνάφειας των κρητικών παραμυθιών με την τοπική μυθολογία της Μεγαλονήσου;
ΑΧ Έχει καταγραφεί ένα μόνο παραμύθι που είναι επηρεασμένο από τους μύθους του μινω-ικού κύκλου και περιλαμβάνει όλα τα στοιχεία του μύθου του Γλαύκου, γιου του Μίνωα. ΄Εχουν όμως καταγραφεί και άλλα παραμύθια στα οποία επιζούν αρχαίοι ελληνικοί μύθοι ή που μιμούνται έργα αρχαίων τραγικών. Όπως ο μύθος του Ραμψίνιτου που μας διέσωσε ο Ηρόδο-τος, ο μύθος του Απολλώνιου, ο Χάρος και η Αχερουσία λίμνη καθώς κι ένα παραμύθι που ο  μοιχός πατέρας αυτοκτονεί, όταν μαθαίνει ότι συνευρέθηκε με την κόρη του.
-Έχετε εντοπίσει από τις έρευνές σας αφηγηματικές κοινότητες, όπου η αφήγηση εξακολουθεί να παραμένει ζωντανή;
ΑΧ. Στα παιδικά μου χρόνια αλλά και μέχρι τη δεκαετία του 1960 που εμφανίστηκε η τηλεόραση, σε πολλά χωριά της ενδοχώρας υπήρχαν παραμυθάδες και γίνονταν αποσπερίδες. Εκεί πραγματικά ανθούσε η λαϊκή αφήγηση. Από το 1965 και μετά άρχισαν να πληθαίνουν οι τηλεοράσεις στα χωριά και να λιγοστεύουν οι παραμυθάδες. Τώρα ο λαϊκός αφηγητής έγινε και για την Κρήτη σπάνιο είδος. Πρέπει να είναι κανείς πολύ τυχερός  να συναντήσει σήμερα κανένα παραμυθά. Και όταν τον συναντήσεις και του πεις: «Πες μας ένα παραμύθι», σου απαντά: «Δεν τα λέμε μπλιο και τα ξεχάσαμε». Τα περισσότερα πάντως παραμύθια τα βρήκα στο χωριό μου Αγιά Παρασκευή Πεδιάδας που είχε πολλούς παραμυθάδες, Πολλά παραμύθια βρήκα επίσης στους Αποστόλους Πεδιάδας και στις Μάλες Ιεράπετρας, υλικό τόσο πλούσιο που έφτιαξα ένα ολόκληρο βιβλίο για τον κάθε τόπο.
-Πρόσφατα, το 2013, η Ακαδημία Αθηνών σας τίμησε με ένα βραβείο. Πείτε μας λίγα λόγια γι’ αυτό.
-Δυστυχώς οι αρμόδιοι φορείς, και εννοώ τα πανεπιστήμια, τους Δήμους και τους πολιτιστι-κούς συλλόγους, δεν οργάνωσαν μια συστηματική καταγραφή του λαϊκού παραμυθιού σε πανελλήνια κλίμακα. Ό, τι σώθηκε οφείλεται στη φιλότιμη και παθιασμένη προσπάθεια κάποι-ων παθιασμένων ερασιτεχνών λαογράφων. Η επιβράβευση του έργου αυτών των ανθρώπων είναι μια ηθική ικανοποίηση για την προσπάθειά τους, αλλά συγχρόνως τους δίδει κουράγιο να συνεχίσουν να εργάζονται όχι μόνο στο παραμύθι αλλά και σε άλλους τομείς της λαογραφίας. Κάπως έτσι είδα τη βράβευσή μου από την Ακαδημία Αθηνών με ειδικό έπαινο το 2013 και τους ευχαριστώ για την τιμή που μου έκαμαν.
Το 4ο Φεστιβάλ Αφήγησης Πηλίου «Παραμύθια και Μύθοι στου Κένταυρου τη ράχη» έχει ελεύθερη είσοδο στις εκδηλώσεις του και υποστηρίζεται από την Περιφέρεια Θεσσαλίας, το Δήμο Νοτίου Πηλίου, την ΤΡΑΙΝΟΣΕ και το Σωματείο «Παραμυθίας ιστόρησις»

 

 

 

 



2013

1. ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΩΝ
ΤΩΝ ΠΑΡΑΛΛΗΛΩΝ ΕΚΘΕΣΕΩΝ

Ένθετο «ΔΙΑΔΡΟΜΕΣ» σελ. 4  
Εφημερίδα «Η ΘΕΣΣΑΛΙΑ»  
4/8/2013 αρ.φυλ. 35085

«Τα παραμύθια ως εξωτερίκευση συναισθημάτων»
Μιλούν οι εικαστικοί καλλιτέχνες του 3ου Φεστιβάλ Αφήγησης

Του Δημήτρη Β. Προύσαλη
Τα Φεστιβάλ αποτελούν, εκτός από μια γιορτή συνάντησης των ανθρώπων που συγκινούνται από το ίδιο κεντρικό αντικείμενο ή θέμα που προβάλλεται, και μια αφορμή για έναν διάλογο και μια πρωτοφανή κινητικότητα. Θέλοντας να φέρουμε στο φως το έργο των ανθρώπων που εξακολουθούν να εμπνέονται στα όρια της τέχνης τους από τα λαϊκά παραμύθια, συναντή-σαμε τους καλλιτέχνες που παίρνουν μέρος στο φετινό 3ο Φεστιβάλ Αφήγησης «Παραμύθια & Μύθοι στου Κένταυρου τη ράχη» 5-11 Αυγούστου 2013.
Τα έργα των Λ. Πλαβού, Β. Πατσέα, Α. Τζαφέστα, Ν. Πέππα-Τριαντάρη και Μ. Καραθανά-ση- Λυχναρά  εκτίθονται στο Βαφειάδειο Πνευματικό Κέντρο στον Άγιο Γεώργιο την ίδια χρονική περίοδο, καθημερινά  από  11.00πμ -1.00 μμ & 6.00-8.00 μμ ενώ μέρος της δημιουρ-γίας της Μ. Καραθανάση-Λυχναρά θα εκτίθεται παράλληλα και στο Μουσείο Ελιάς και Λαδιού για το διάστημα 3-12 Αυγούστου με ώρες λειτουργίας καθημερινά 10.30-13.00 το πρωί και 7-9 μμ το βράδυ.
Να τι μας είπαν:
Τι σας έφερε κοντά στη μορφή τέχνης μέσα από την οποία δημιουργείτε τα τελευταία χρόνια;
Λ.  Πλαβός: Η ανάγκη έκφρασης – εξωτερίκευσης συναισθημάτων με εικόνες που γράφουν στο Φως. Κάποιοι βάζουν τα πράγματα καλύτερα σε λέξεις, σε μουσική, σε κίνηση, άλλοι σε εικόνες. Μέσω της δημιουργίας εικόνων καταθέτω πράγματα του μέσα μου, αλλά θέλω να πιστεύω ότι συνθέτω πράγματα που θα μιλήσουν και σε άλλους ή έστω σε έναν μόνο άνθρωπο. Η διαδικασία αυτή ξεκίνησε στη διάρκεια της εφηβείας, περίοδος που σηματοδοτεί, συνήθως, την αρχή της διερεύνησης δεξιοτήτων: εντοπίζεις κλίσεις (και κλήσεις), τις αφουγκράζεσαι ή τις θάβεις προσωρινά, κι εκείνες σαν δαιμόνια εξακολουθούν να σε κατατρέχουν (και να σε κατατρύχουν).  Αργότερα, οι όποιες σπουδές συμβάλλουν με τον τρόπο τους στην αέναη αναζήτηση. Το σαράκι της σε ωθεί κάθε τόσο προς μια νέα κατεύθυνση για δημιουργίες εικαστικά πρωτοποριακές μεν, που ανακαλούν και τονίζουν τη μέχρι τότε διαδρομή δε.
Β. Πατσέας: Κοντά στην τέχνη  που υπηρετώ εδώ και 15 έτη, δυσκολεύομαι να πω τι με έφερε.   Κάτω από την σκιά της κάθισα κάποτε να πάρω μιαν ανάσα και από τότε ξεχάστηκα μοναχός, να ονειρεύομαι και να ζω από τους καρπούς της.
Α. Τζαφέστα: Η  ανάγκη  μου για αυτοέκφραση και η επιθυμία να επικοινωνήσω όσα είμαι με τον κόσμο γύρω μου, μαζί με μια κλίση προς οτιδήποτε καλλιτεχνικό που εκδηλώθηκε απ’τα παιδικά μου χρόνια, με οδήγησαν στην ζωγραφική, στο ψηφιδωτό, στο «decoupage» , στον χορό και εδώ και δύο χρόνια στην αφήγηση παραμυθιών. Όλο αυτό είναι ένα υπέροχο ταξίδι αυτογνωσίας και μιας καθ’όλα ειλικρινούς επικοινωνίας με τους ανθρώπους.
Ν. Πέππα-Τριαντάρη: Αυτό που με έφερε κοντά στη δημιουργία μέσω της ραπτικής, νομίζω πως ήταν η απόφασή μου να εγκαταλείψω το χορό, τον οποίο σπούδασα και άσκησα για τέσ-σερα χρόνια. Δεν τον εγκατέλειψε η καρδιά μου, τον εγκατέλειψε το ένστικτο της αυτοσυντή-ρησής μου. Μου αρέσει να ανταμείβονται οι κόποι μου. Αυτό που δημιουργώ να μπορώ να το βλέπω ανά πάσα στιγμή, να το απολαμβάνω κάτω από οποιαδήποτε ψυχική διάθεση, χωρίς ε-πιπτώσεις... Με το χορό ποτέ δε βλέπεις με ηρεμία αυτό που έχεις φτιάξει, σε έχει έγκλειστο κάποιο συναίσθημα πάντοτε, πράγμα που, προσωπικά, με εξουθενώνει. Χώρια που το να έ-χεις την ευκαιρία να φτιάξεις κάτι και να το παρουσιάσεις, είναι ζήτημα όχι ικανότητας αλλά διπλωματίας, πράγμα το οποίο καθόλου δεν κατέχω. Μου αρέσει, επίσης, να βλέπω ότι αυτό για το οποίο κοπιάζω τόσο και στο οποίο δίνω όλη μου την ψυχή, δίνει χαρά και σε άλλους, πολύ πιο ταιριαστούς, σαν σύνολο, στη δική μου ιδιοσυγκρασία, από εκείνους στους οποίους δίνει χαρά αποκλειστικά και μόνο ο χορός. Πάντα είχα μεγάλη αγάπη για την “απτή τέχνη”, όπως τη λέω εγώ, απλώς τον τελευταίο ενάμιση χρόνο βρήκα την αφορμή και τον τρόπο να ασχοληθώ με αυτήν.
Πώς πιστεύετε πως συνδέεται θεματικά η τέχνη δημιουργίας και έκφρασης μέσα από την οποία συμμετέχετε στο φετινό 3ο Φεστιβάλ Αφήγησης του Αγίου Γεωργίου Νηλείας με το παραμύθι και την αφήγησή του;
Λ. Πλαβός: Πέρυσι βρέθηκα στο 2ο φεστιβάλ ως θεατής και κάποια στιγμή θέλησα να αποτυπώσω σε εικόνες την ατμόσφαιρα και την ομορφιά που απέπνεε η κάθε βραδιά. Για φέτος προσφέρθηκα να δημιουργήσω ένα έργο που ονομάζεται «Άννα, να τι είδα». Ο τίτλος, εκτός του ότι παραπέμπει στην πρώτη παιδική ηλικία –τότε που δοκιμαζόμασταν στη γραφή και την εκφορά του λόγου–, λειτουργεί σαν την αρχή του παραμυθιού που ονομάζουμε Ζωή, ενώ προκύπτει από μια καλλιτέχνιδα, την Άννα Μανουσοπούλου. Η ιστορία μου δημιουργήθηκε στον χώρο έμπνευσης και δημιουργίας της ίδιας: Στο εργαστήρι όπου κατασκευάζει κούκλες, αλλά και διαθέτει μια τεράστια συλλογή από κούκλες απ’ όλο τον κόσμο – παραμυθένιο σκηνικό, στον ορισμένο χώρο της, που μόνο όριο δεν έχει. Οι κούκλες συγκροτούν την ταυτότητά τους στο περιβάλλον του κόσμου της τελικά, και παραμύθι μονάχα δεν είναι. Η φωτογραφική αποτύπωση ήρθε να ορίσει τις πρωταγωνίστριές της στο κάδρο μου.  Άννα… να τι είδα: Οι κούκλες τώρα ζωντανεύουν˙ γίνονται ηρωίδες, αφανείς και μη. Παίρνουν άλλη κλίμακα, μορφή και σχήμα, προτρέποντας τον θεατή να γράψει τη δική του ιστορία. Η διάδραση λειτουργεί υπέρ της φαντασίας.
Β. Πατσέας: Όλες οι τέχνες είναι αλληλένδετες: ο ζωγράφος  ζωγραφίζει το παραμύθι, ο χο-ρευτής  το ερμηνεύει με το χορό, ο παραμυθάς θα δανειστεί εικόνες από τους ζωγράφους… Αν υποθέσουμε τώρα ότι το βασικό υλικό  είναι το παραμύθι, εγώ το περνώ στα χέρια μου από το στόμα του αφηγητή, το μεταποιώ κατά κάποιο τρόπο, ώστε να καταφέρω να μεταφέ-ρω  την αλήθεια του, τις εικόνες του, τους χαρακτήρες του, την εποχή του κ.α.
Α. Τζαφέστα: Κατ’αρχάς,  είναι μεγάλη χαρά και τιμή για μένα να συμμετέχω στο 3ο Φεστιβάλ Αφήγησης του Αγίου Γεωργίου Νηλείας, μέσα από την έκθεσή μου ζωγρα-φικής και «decoupage» με τίτλο «Στους δρόμους των παραμυθιών…».Όπως δείχνει και ο τίτλος, έμπνευσή μου γι’αυτά τα έργα υπήρξαν τα παραμύθια και οι τόποι τους. Οι άνθρωποι και οι ιστορίες τους που έγιναν λόγια, τα λόγια που έγιναν εικόνες, και οι εικόνες ντύθηκαν με τα χρώματα της φαντασίας μου και δίνονται τροφή για ονείρε-μα σ’αυτούς που αγαπούν τις ιστορίες.
Ν. Πέππα-Τριαντάρη: Τελευταία, λοιπόν, φτιάχνω κούκλες. Όταν μου ζητήθηκε να συμμε-τάσχω στο Φεστιβάλ, στάθηκα λίγο να σκεφτώ κάποιες κούκλες που να είναι γεννημένες σε άμεση σχέση με το παραμύθι. Το πώς θα τις κοιτάξουν τα μάτια του καθενός, είναι κάτι το οποίο δεν μπορώ να προβλέψω. Η σύλληψή μου, πάντως, περιγράφεται με τον τίτλο που έδωσα στην έκθεση: «Οι Άγγελοι των Παραμυθιών».Οι σκέψεις μου είχαν περίπου ως εξής: «Κάθε φορά που ακούω ένα παραμύθι, σχηματίζεται μέσα μου η ίδια εντύπωση, που κάποτε παίρνει και τη μορφή πεποίθησης. Πάντα πίστευα ότι για κάθε παραμύθι που κινάει από τα πιο παλιά χρόνια, πιο παλιά κι από εκείνα που μπορούμε να φανταστούμε, και συνεχίζει το ταξίδι του μέχρι σήμερα, από στόμα σε αυτιά και καρδιές, υπάρχει ένας Άγγελος που το φυλά να μην ξεχαστεί. Είμαι πλέον σίγουρη ότι έχω δίκιο. Κάθε παραμύθι έχει τον Άγγελό του. Αυτοί οι Άγγελοι των Παραμυθιών θα μπορούσαν να έχουν πολλές μορφές, ίσως πάλι η μορ-φή τους να είναι απλώς μία και οικουμενική. Όπως μία και οικουμενική είναι και η αλήθεια, που τόσο καλά κρύβεται στα παραμύθια... Με αυτήν τη μικρή έκθεση, επιχειρώ με σεβασμό και λιγάκι θάρρος, να σας συστήσω αυτούς τους Αγγέλους, όπως εγώ τους έχω στην ψυχή μου. Με την ελπίδα να γεμίσετε χαρά και να τους αγαπάτε...»
Υπάρχουν συγκεκριμένα θέματα ή μοτίβα που απασχολούν τη ματιά σας ή αποτελούν κύρια έμπνευση για σας, κι αν ναι αναφέρετέ μας μερικά.
Λ Πλαβός: Με ενδιαφέρει να φανεί, με τον καιρό, η ιδέα ότι όλα γυρίζουν γύρω απ’ τον άνθρωπο. Δημιουργώ με εικόνες και εμπνέομαι από αυτές, άλλες φορές όπως μου παρουσιάζονται και άλλες φορές με τέτοιον τρόπο που να δημιουργούν προβληματισμό σε εμένα τον ίδιο για οτιδήποτε μας αφορά γενικότερα. Είμαι ανοιχτός σε οποιοδήποτε θέμα και με οποιονδήποτε τρόπο έκφρασής του. Η ζωή θέλει ζωή. Δεν μπορείς να την αρνηθείς ή να κάνεις ότι δεν τη βλέπεις. Κάθε θεματική που επιλέγω αποτελεί πρόκληση: πώς θα απεικονιστεί στο φακό και πώς θα παρουσιαστεί ως έκθεση. Τόσο η δημιουργία της εικόνας όσο και η παρουσίασή της έχουν ανάγκη την πολυδιάστατη σκέψη και τον αυθορμητισμό. Με απασχολεί κάθε φορά η σύνθεση, και αυτό έχει φανεί στις μέχρι σήμερα εκθέσεις: Το θέμα χρειάζεται και τη θεώρησή του.
Β. Πατσέας: Προσπαθώ να φτιάχνω κεραμικά που διαχέουν συναίσθημα…  Οπότε, ψάχνω για υλικά έμπνευσης μέσα από τα βιώματα και της μνήμες μου: μια δαντέλα της γιαγιάς,  μια ιστορία για πρόσωπα που δεν γνώρισα, μια πορεία μ’ ένα φίλο στο βουνό,  μια εικόνα ή αί-σθηση από ένα ταξίδι... πχ στην Κέα...
Α. Τζαφέστα: Λαοί με ιδιαίτερες κουλτούρες και καταβολές. Ο κόσμος του φανταστικού και του ονείρου. Νεράιδες, ξωτικά και μυθικά όντα. Η έκφραση του κορμιού μέσα από το χορό, το πάθος για ζωή και για έρωτα. Θα έλεγα πως κάθε εικόνα ομορφιάς και αρμονίας γίνεται αυτόματα πηγή έμπνευσης για μένα.
Ν. Πέππα-Τριαντάρη: Δύσκολη ερώτηση για εμένα. Νομίζω πως δεν είμαι ακριβώς έτοιμη να την απαντήσω, καθώς ό,τι και να πω, νιώθω πως θα είναι λιγάκι ψέμα... Και θα το έλεγα στην προσπάθειά μου να μην αφήσω αναπάντητη την ερώτηση! Σαν επιμελής μαθήτρια...!  Ίσως τελικά, κατά λάθος να έδωσα την απάντηση. Νιώθω σαν μία επιμελής μαθήτρια ως προς την τέχνη μου. Διαρκώς αναζητώ καινούριους τρόπους να εξελίξω τις ιδέες μου. Διαρ-κώς επιδιώκω την απλοποίηση αυτού που στην αρχή φαντάζει τεράστιο. Μα αν το σκεφτώ λιγάκι καλύτερα, ναι, θα μπορούσα να πω με βεβαιότητα ότι αυτά που με εμπνέουν είναι κυ-ρίως... όλα! Και βρίσκομαι αυτήν την εποχή σε έναν διαρκή «πανικό»  να καταφέρω να τα βάλω σε τάξη και να φτιάξω κάτι ωραίο και απλό από όλα αυτά. Τελευταία, πάντως, μου έχει ανοίξει την καρδιά ένα βιβλίο. Είναι το «Η Κόμη της Βερενίκης» του Γ. Γραμματικάκη, αυ-τού του εξαιρετικού και εκ του σύνεγγυς ανθρώπου. Η τελευταία πηγή έμπνευσής μου -και με αυτόν τον όρο εννοώ την πηγή που με ξεδιψάει- είναι αυτό ακριβώς το βιβλίο.

Μπορείτε να μας αναφέρετε κάποιους θεματικούς τίτλους των εκθέσεων στις οποίες έχετε λάβει μέρος μέχρι σήμερα και σε ποια διοργάνωση;
 Λ. Πλαβός: Την τελευταία πενταετία:
Νοέμβριος 2008,  έργο: «plastic love»  στο "ΔΗΜΙΟΥΡΓΩ, ΑΡΑ ΥΠΑΡΧΩ" 
- Κρατικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης.
Αύγουστος 2008, Άγιος Λαυρέντιος «Αναχωρητές»,
 έκθεση γλυπτικής-ζωγραφικής  των  Β. Πατσέα και Λ. Πλαβού.                                                                    
Φεβρουάριος 2010, Ρέθυμνο - Gallery Bamia:  «Carne Vale»,
 έκθεση γλυπτικής -   ζωγραφικής των Β. Πατσέα και Λ. Πλαβού.

Συμμετοχή στην «Τέχνη στην  Πόλη του Βόλου»
 και σε Χριστουγεννιάτικες εκθέσεις καλλιτεχνών της πόλης του Βόλου 
στο Ντε Κίρικο, σε διάφορες χρονιές.                   
Δεκέμβρης 2011, Τι γυρεύει η αλεπού στη Χάρτα-ζωγραφική, συμμετοχή σε ομαδική  έκθεση                                                                                                                              
 Μάρτιος 2012, «ΑΠopsis – ΚΑΤopsis» - 
«Ο τόπος από κοντά ... κι από ψηλά»,  ομαδική έκθεση φωτογραφίας – συντονιστής                                                                           
 Δεκέμβριος 2012, Πορφυρογένειο Ίδρυμα και Ντε Κίρικο 
με έκθεση φωτογραφίας με  τίτλο «Καθρέφτης» 
στην έκθεση κούκλας και μαριονέτας 
από το Εργαστήρι Κουκλοθέατρου του Πορφυρογένειου Ιδρύματος Αγριάς, 
με συντονίστρια την Σταυρούλα Μαστρογιάννη.  

 Ιούνιος 2013, «Ψυχής Άκος», ατομική έκθεση φωτογραφίας 
στην Ακαδημία Αρχαίας  Ελληνικής & Παραδοσιακής Κινέζικης Ιατρικής, Αθήνα

Β. Πατσέας: Προσπαθώ να οργανώνω μόνος μου τις εκθέσεις των έργων μου, δίχως την βο-ήθεια κάποιου φορέα. Συνήθως είναι  σε χώρους απροβλέπτους: καφενεία,  εμπορικά κατα-στήματα, αυλές…  Αγαπώ περισσότερο τις  ομαδικές εκθέσεις.  Μερικοί τίτλοι  από αυτές είναι «Αναχωρητές»,  «Carne-vale».
Α. Τζαφέστα: Έχω συμμετάσχει σε ομαδικές εκθέσεις ζωγραφικής και ψηφιδωτού που δι-οργάνωσε ο Δήμος Κερατσινίου τις χρονιές 2006-2011.  Επίσης το 2012, συμμετείχα στην ομαδική έκθεση ζωγραφικής «Κόκκινη κλωστή στον αέρα, στο νερό, στη γη» στο Κέντρο Τέχνης Τζόρτζιο Ντε Κίρικο στο Βόλο. Τον Ιούνιο του 2013, συμμετείχα σε ομαδική έκθεση «decoupage»  που διοργάνωσε η ΧΕΝ Πειραιά.
Ν. Πέππα-Τριαντάρη: Μία έκθεση έχω κάνει μονάχα και αυτή λεγόταν «Μια Κούκλα Φέρ-νει την Άνοιξη». Έλαβε χώρα τον Μάιο σε μία ωραιότατη τσαγερία στο Κολωνάκι, «Το Τσά-ι», και έδωσε αρκετή χαρά μπορώ να πω. Μπορείτε να πάρετε μια ιδέα αν ψαχουλέψετε τον ιστότοπο www.nafan.gr
Τι είναι για σας το λαϊκό παραμύθι; Νομίζετε πως έχει θέση στον 21ο αιώνα;
Λ Πλαβός: Μεγάλη ιστορία, που ενώ μπορεί να χωρέσει σε λίγες γραμμές,  δεν μπορεί να αποτυπώσει το μέγεθος στο σύνολό του. Το λαϊκό παραμύθι μεταφέρεται από στόμα σε στό-μα, έτσι αναπνέει και ζει, αφορά συγκεκριμένο τόπο και χωροχρόνο και με μεταφορές, αλλη-γορίες και την παραφθορά του γεννώνται μύθοι και θρύλοι με στόχο τις καρδιές και το άνοιγ-μά τους. Αναλόγως της έντασής τους, τα λαϊκά παραμύθια διευρύνονται, για ν’ αποκαλε-στούν αργότερα, ποιος ξέρει, παραμύθι-μύθος-θρύλος. Αν το έχουμε ανάγκη στις δύσκολες μέρες μας; Μου έρχονται στον νου οι στίχοι του εξαίρετου δημιουργού Αλκίνοου Ιωαννίδη: «Να παραμυθιαστεί η ψυχή μου, να σε πιστέψει πάλι από την αρχή»…. Και αλλού: «είναι νύχτες πληγωμένες, μυστικές κι απελπισμένες που δε βρίσκω παραμύθι να σου πω». Όλα, πάντως, με μια φορά κι έναν καιρό ξεκινούν, με την ελπίδα να καταλήξουν στο ζήσαν αυτοί καλά κι εμείς καλύτερα.
Β. Πατσέας: Ότι και το θέατρο. Είναι μεγάλο ψέμα που πάντα λέει την αλήθεια  και  όσο υπάρχουν άνθρωποι που το αγαπούν, αυτό θα τους παίρνει απ’ το χέρι,  θα τους ταξιδεύει, θα τους διδάσκει, θα τους συμβουλεύει, θα τους συντροφεύει, θα τους ψυχαγωγεί στα βάθη των αιώνων. Τώρα, ψέματα; αλήθεια;… έτσι είναι τα παραμύθια
Α. Τζαφέστα: Το λαϊκό παραμύθι εκφράζει την ανάγκη των ανθρώπων να εξηγήσουν τα α-νεξήγητα της ζωής. Να διορθώσουν τα κακώς κείμενα ενός κόσμου γεμάτου αδικία, πόνο, φόβο, ανεκπλήρωτα όνειρα και ανέχεια. Στο λαϊκό παραμύθι το κακό και το άδικο πάντα τι-μωρούνται. Και ο άξιος όσα και αν περνά, στο τέλος ανταμείβεται. Πάντα υπάρχει ένας ήρω-ας που θα τα βάλει με θεούς και δαίμονες για την καλή του, ή για τον λαό του. Όσο επίκαιρο και βγαλμένο μέσα από την ζωή ήταν ένα λαϊκό παραμύθι αιώνες πριν, άλλο τόσο είναι και σήμερα. Σήμερα που τόσο πολύ έχουν ανάγκη οι άνθρωποι να πιστέψουν στον ήρωα που κρύβει ο καθένας μέσα του και σε αξίες οικουμενικές και αιώνιες.
Ν. Πέππα-Τριαντάρη: Για να είμαι ειλικρινής, δε γνωρίζω εκτενώς τη διαφορά μεταξύ λαϊκού παραμυθιού και οποιασδήποτε άλλης κατηγορίας παραμυθιού. Έχω καταλάβει από την ολόστενη σχέση μου με ανθρώπους που το έχουν σπουδάσει το παραμύθι, ότι υπάρχουν πολλές κατηγορίες παραμυθιών, η καθεμία με τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της. Τις κατηγορίες και τα χαρακτηριστι-κά τους δεν τις γνωρίζω, αλλά το μόνο που ξέρω με σιγουριά είναι ότι γενικά το παραμύθι έχει θέση στον 21ο αιώνα και θα έχει θέση και σε οποιονδήποτε επόμενο. Μια θέση όλη δικιά του. Για μένα το λαϊκό παραμύθι, όπως το έχω αντιληφθεί μέχρι τώρα, είναι η παντοτινή υ-πενθύμιση ότι είμαστε όλοι ίσοι. Ό,τι μας συμβαίνει έχει ξανασυμβεί σε άλλους τόσους και θα ξανασυμβεί σε ακόμα τόσους. Είμαστε όλοι ακριβώς το ίδιο και το ζήτημα είναι να το δούμε νωρίς, ώστε να κερδίσουμε το χρόνο που χάνουμε αμπελοφιλοσοφώντας και μονίμως αυτοσυγκρινόμενοι, για να φτιάξουμε και κάτι. Αν, όντως, το λαϊκό παραμύθι λειτουργεί ως μια παρόμοια υπενθύμιση και για άλλους, τότε όχι μόνο έχει θέση σε όλους τους αιώνες, αλλά θα τολμούσα να πω: είναι μια ελπίδα με μπόλικη βαρύτητα.
...........................................................................

2. ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΞΕΝΟΓΛΩΣΣΩΝ ΑΦΗΓΗΤΡΙΩΝ

Δημοσιεύτηκε στο Ένθετο «Διαδρομές» (σελ.12)
της Εφημερίδας «Η ΘΕΣΣΑΛΙΑ» 25/8/2013  αρ.φυλ. 35106

Οι «Φωνές του Κόσμου-Lets Go storytelling!» στο Φεστιβάλ Αφήγησης του Κένταυρου

Του Δημήτρη Β. Προύσαλη

Στα πλαίσια των εκδηλώσεων του 3ου Φεστιβάλ Αφήγησης «Παραμύθια και Μύθοι στου Κέ-νταυρου τη ράχη» που πραγματοποιείται από τις 5-11 Αυγούστου 2013 στον Άγιο Γεώργιο Νηλείας στο Πήλιο συμπεριλαμβάνεται και η μέρα που αφιερώνεται στις ξενόγλωσσες αφη-γήσεις μέσα από τη συμμετοχή παραμυθάδων από το εξωτερικό. Η αναβίωση της αφήγησης ως παραστατική τέχνη και επικοινωνιακή πράξη παρουσιάζεται πολλά χρόνια στον ευρω-παϊκό χώρο και οι αφηγητές εκεί έχουν να μας αποκαλύψουν μια πλούσια και ενδιαφέρουσα προσέγγιση από την εμπειρία τους. Η συνέντευξη με τις Μπίρκιτ Λένερ (Αυστρία) και Νίνα Νάεσχαϊμ (Νορβηγία) που ακολουθεί, επιθυμεί να φωτίσει πλευρές από αυτήν την πορεία και να τροφοδοτήσει έναν γόνιμο διάλογο σχετικά με το αντικείμενο.


Η Μπίρκιτ Λένερ αφηγήθηκε στα γερμανικά για μεικτό κοινό με συνοπτική μετάφραση στα ελληνικά ««Helden, Helfer, Hindernisse- Heroes, Helpers, Handicaps- Ήρωες, Βοηθοί, Εμπόδια»: Ιστορίες για τέρατα και ήρωες ξεχωριστούς που βρήκαν βοηθούς για να ξεπεράσουνε εμπόδια και δυσκολίες.Η Νίνα Νάεσχαϊμ  αφηγήθηκε στα αγγλικά «Stories from Norway-Ιστορίες του Βορρά από τη Νορβηγία»: Παραμύθια που ταξίδεψαν από τις άκρες της Σκανδιναβίας μιλώντας για αγάπη, ευγένεια, φιλοξενία αλλά και απληστία.

Τι είναι αυτό που σας έκανε να ασχοληθείτε με την αφήγηση και να γίνετε μια ιστορή-τρια-παραμυθού;
Μπ. Λένερ: Πριν ασχοληθώ με την αφήγηση ήμουν ηθοποιός αρχικά και αργότερα πέρασα στο χώρο της δημοσιογραφίας. Ανακάλυψα την αφήγηση ως παραστατική τέχνη και επαγγελ-ματική ενασχόληση κατά τη διάρκεια ενός εκπαιδευτικού ταξιδιού μου στη Γαλλία το 2007-2008 όπου και διέμεινα. Η Γαλλία διαθέτει μια μεγάλη επαγγελματική κοινότητα στο χώρο της αφήγησης και από πολλούς θεωρείται το λίκνο της αναβίωσης της αφήγησης στον ευρω-παϊκό χώρο από τα τέλη της δεκαετίας του 60. Όταν επισκέφτηκα λοιπόν το πρώτο για μένα φεστιβάλ αφήγησης εκεί, αισθάνθηκα, κατάλαβα πως αυτό ήταν που ήθελα να κάνω. Οι ιστο-ρίες που άκουσα είχαν μια τέτοια απήχηση μέσα στην ψυχή μου κι άσκησαν επιρροή πάνω μου που ένιωσα μια σύνδεση μαζί τους, θα έλεγα σε πνευματικό επίπεδο. Εντυπωσιάστηκα και ενθουσιάστηκα από την απλότητα των εκφραστικών μέσων και την ελάχιστη παρουσία των «καλλιτεχνικών» επιτηδευμένων στοιχείων. Κατά κάποιον τρόπο αφηγούμουν ιστορίες ήδη ως ηθοποιός και έγραφα τέτοιες ως δημοσιογράφος. Τώρα ως αφηγήτρια με μια ματιά κι έναν τρόπο περισσότερο αφηγηματικό, συνδυάζω το γραπτό με το παραστατικό στοιχείο-με μια γενικότερη, ευρεία έννοια των όρων.Αυτό  μου δίνει μεγαλύτερη ελευθερία καλλιτεχνι-κής έκφρασης.
           Όταν επέστεψα στην Αυστρία το 2009, ξεκίνησα να δουλεύω επαγγελματικά ως αφη-γήτρια κι αισθάνομαι ευτυχισμένη και χαρούμενη που βρήκα το δρόμο μου. Όμως θα έλεγα,  πως ίσως οι ρίζες μου στην αφήγηση βρίσκονται στην παιδική μου ηλικία. Μεγάλωσα με πα-ραμύθια. Είχαμε στην οικογένειά μου μια μεγάλη συλλογή λαϊκών παραμυθιών που αποτε-λούνταν από έναν δίσκο και ένα εικονογραφημένο βιβλίο για κάθε ιστορία. Επίσης σημαντι-κή για μένα υπήρξε και μια συλλογή ακόμη. Περιείχε λαϊκά παραμύθια που είχαν καταγραφεί σε γερμανόφωνα χωριά της Ουγγαρίας στη δεκαετία του 30 αλλά και φωτογραφίες από τους αφηγητές των ιστοριών της συλλογής: Αγρότες, τεχνίτες, νοικοκυρές κλπ. Θυμάμαι τώρα πως ως έφηβη, μου άρεσε με τις μικρότερες αδερφές μου να «παίζουμε» αφηγούμενες μια από αυ-τές τις ιστορίες στον κήπο του σπιτιού μας για τα παιδιά της γειτο-νιάς. Πολλά χρόνια αργό-τερα, προσπάθησα να βρω παραδοσιακούς αφηγητές σαν αυτούς τους Ούγγρους των φωτο-γραφιών του βιβλίου. Αντί όμως να βρω παραδοσιακούς- λαϊκούς- αφηγητές που είναι πια πολύ σπάνιοι στις μέρες μας, ανακάλυψα μια ολόκληρη γενιά από νέους επαγγελματίες αφη-γητές.

Ν. Νάεσχαϊμ: Θυμάμαι τον εαυτό μου να αφηγείται ιστορίες από τότε που ήμουν παιδί, και εμπνεόμουνα πάντα από τη μητέρα μου. Συνηθίζαμε να διασκεδάζουμε η μία την άλλη μετα-ξύ μας μιμούμενες τις φωνές των συγγενών μας αλλά και των γειτόνων μας καθώς και των ζώων γύρω μας. Έφτιαχνα λοιπόν ιστορίες απ’ το μυαλό μου και τις έλεγα στη μητέρα μου. Αλλά αφηγούμουν επίσης στα παιχνίδια μου, στην καρέκλα της κουζίνας και σε ο,τιδήποτε άλλο θα μπορούσε να με ακούσει. Ως νηπιαγωγός εμπνεόμουνα από τα παιδιά του σχολείου από τον τρόπο με τον οποίο αφήνονταν βαθιά να μπουν μέσα στις ιστορίες. Αφουγκραζόμενη τα παιδιά και βάζοντάς τα να μου διηγούνται δικές τους ιστορίες ή ιστορίες που άκουσαν από άλλους διδάχτηκα σε μεγάλο βαθμό τόσο πάνω στον αυθόρμητο αυτοσχεδιασμό όσο και στις χαρές της αφήγησης. Έχοντας πειραματιστεί πάνω σε διαφορετικές μορφές θεατρικής έκφρα-σης, θεώρησα πως η αφήγηση μού ταίριαζε τέλεια γιατί χρησιμοποιώντας αυτόν τον επικοι-νωνιακό τρόπο μπορούσα να λέω και να μοιράζομαι πράγματα μέσα απ’ την καρδιά μου. Αυ-τό το γεγονός με οδήγησε να μαθητεύσω στην αφήγηση μέσω σεμιναρίων στο Κολλέγιο Emerson στην Αγγλία κι αργότερα στη Σχολή Λόγου και Δράματος στο Σάσσεξ. Αφηγούμαι από το 2000.

Πού βασίζεται η αφήγησή σας και ποιες πηγές χρησιμοποιείτε;
Μπ. Λένερ: Τις περισσότερες φορές αφηγούμαι παραδοσιακά λαϊκά παραμύθια και προφορι-κές παραδόσεις από διαφορετικές γωνιές του κόσμου. Επίσης έχω δουλέψει πάνω σε ορισμέ-νους μύθους, όπως για παράδειγμα την ιστορία της Λίλιθ, της πρώτης γυναίκας του Αδάμ, α-πό την εβραϊκή παράδοση. Μερικές ιστορίες τις ανασυνθέτω μόνη μου μετά από μελέτη ενώ κάποιες τις έχω ακούσει από άλλους παραμυθάδες από τους οποίους ζητώ την άδεια να τις α-φηγηθώ με τον τρόπο μου. Όμως η βασική πηγή είναι τα βιβλία των λαϊκών συλλογών. Στα μελλοντικά μου σχέδια περιλαμβάνονται επίσης επικά έργα. Εύχομαι να ζήσω πολλά χρόνια αφού υπάρχουν ακόμα πολλές ιστορίες που θα ήθελα να αφηγηθώ!
Ν. Ναέσχαϊμ: Μου αρέσουν πολύ τα λαϊκά παραμύθια κι οι ιστορίες σοφίας. Επίσης οι ιστο-ρίες που είναι γεμάτες χιούμορ  αλλά και χαρακτήρες που φαίνονται να είναι διαχρονικοί και αιώνιοι. Τούτες οι ιστορίες με τους ήρωες-πρωταγωνιστές τους έρχονται μέσα από το πέρα-σμα του χρόνου για να μας υπενθυμίσουν για τις βασικές ανθρώπινες αδυναμίες αλλά και τις αστείρευτες δυνάμεις που έχουμε ως είδος. Αγαπώ πολύ τις ιστορίες που μας διδάσκουν την αποδοχή του εαυτού μας και την ανοχή ως αντιθετικές δυνάμεις απέναντι στην ανθρώπινη απληστία και τη ζήλεια. Πρόκειται για ιστορίες που σε εκπλήσσουν συνεχώς και μας κάνουν να διασκεδάζουμε με τα ελαττώματά μας με ένα τρόπο σκωπτικό και ταυτόχρονα αυτοκριτι-κό.

 Σε τι είδους ακροατήρια αφηγείστε συνήθως τις ιστορίες σας;
Μπ. Λένερ: Λέω ιστορίες σε παιδικό κοινό αλλά και σε ενηλίκους και το ακροατήριό μου είναι αντιθετικού χαρακτήρα. Αφηγούμαι σε θέατρα αλλά και σε φεστιβάλ. Έχω πει ιστορίες ακόμα σε σχολεία, σε βιβλιοθήκες, σε λογοτεχνικά στέκια και πολιτιστικά κέντρα, σε νοσο-κομεία και οίκους ευγηρίας, σε περιπάτους αφηγήσεων, σε επιχειρηματικές βραδιές, γιορτές γενεθλίων και γαμήλιες τελετές.
Ν. Νάεσχαϊμ: Αφηγούμαι ιστορίες σε σχολεία και νηπιαγωγεία αλλά επίσης σε βιβλιοθήκες και μουσεία. Ιστορίες λέω ακόμα σε θεραπευτικά κέντρα για λογής-λογής αποτοξινώσεις αλ-λά και χώρους για παιδιά με ειδικές ανάγκες. Έχω αφηγηθεί ιστορίες σε πάρτυ γενεθλίων και σε γαμήλιες τελετές. Έχω πραγματοποιήσει ακόμα αφηγήσεις στο δρόμο αλλά και μέσα σε πάρκα. Έχω μοιραστεί τις ιστορίες μου με νήπια, παιδιά  όλων των ηλικιών, ενηλίκους αλλά και ανθρώπους της τρίτης ηλικίας. Αφηγούμαι σε οποιονδήποτε θα ήθελε να ακούσει. Όπως καταλαβαίνετε μου αρέσει πολύ να λέω ιστορίες...
Καταγράφονται πολλοί αφηγητές στη χώρα σας; Υπάρχει κάποιο κέντρο σε εθνική ή περιφερειακή βάση που να συμβάλλει στη διάδοση της αφήγησης;
Μπ. Λένερ: Θα έλεγα πως στην Αυστρία  υπάρχουν περίπου σαράντα ίσως πενήντα αφηγη-τές που αφηγούνται επαγγελματικά. Όμως εκείνοι που ζουν αποκλειστικά από την αφήγηση είναι πολύ λίγοι. Περισσότεροι είναι βέβαια αυτοί που λένε ιστορίες σε μια βάση ερασιτεχνι-κή που δεν αποτελούν απαραίτητα κριτήριο ποιότητας. Η Αυστρία μέχρι σήμερα δεν διαθέτει έναν Εθνικό Οργανισμό ή Κέντρο που να προωθεί την αφήγηση. Εκτός από κάποιους ιδιωτι-κούς, υπάρχουν ακόμη  κάποιοι περιφερειακοί φορείς που οργανώνουν αφηγήσεις αυτοτελείς ή φεστιβάλ αφήγησης. Την προηγούμενη χρονιά (2012) ιδρύθηκε μια κοινή ένωση-σύλλογος των γερμανόφωνων παραμυθάδων της Γερμανίας, Αυστρίας και Ελβετίας που έχει επίσης ε-παφές με την γερμανόφωνη κοινότητα των παραμυθάδων στο Νότιο Τύρολο, περιοχή που  σήμερα αποτελεί τμήμα της Ιταλίας.
Ν. Νάεσχαϊμ: Στην πατρίδα μου την Νορβηγία, στο Όσλο που είναι και η πρωτεύουσα της χώρας εδρεύει το ομώνυμο Πανεπιστήμιο. Εκεί υπάρχει ανάμεσα στα πολλά άλλα ένα τμήμα, ένας τομέας του αφιερωμένος στην Αφήγηση. Έτσι εκεί -στην πρωτεύουσα- έχουμε πολλούς αφηγητές και κύρια στα ανατολικά της Νορβηγίας. Στην πόλη απ’ όπου κατάγομαι, το Στά-βανγκερ, έχουμε ένα σύλλογο όπου κάθε μήνα αφηγούμαστε. Τέτοιοι σύλλογοι υπάρχουν σε πολλές άλλες πόλεις της Νορβηγίας, μικρότερες και μεγαλύτερες. Σ’ αυτούς τους χώρους μπορούμε να συναντούμε άλλους αφηγητές και να ανταλλάσσουμε ιστορίες. Πολλοί αφηγη-τές το έχουν αυτό στη συνείδησή τους ως ένα χόμπυ κι σαν τέτοιο το χαίρονται. Ασχολούμαι επαγγελματικά με την αφήγηση από το 2000. Δεν έχουμε ακόμα αποκτήσει ένα κέντρο αφιε-ρωμένο στην διάδοση και τη μελέτη της αφήγησης, μα ποιος ξέρει;΄Ισως μια μέρα γίνει κι αυτό πραγματικότητα....
Πόσα Φεστιβάλ Αφήγησης υπάρχουν στην πατρίδα σας; Μπορείτε να μας αναφέρετε μερικά;
Μπ.Λένερ: Στην Αυστρία υπάρχουν αρκετά γεγονότα αφήγησης αλλά και φεστιβάλ. Το πα-λαιότερο και πιο γνωστό απ’ αυτά είναι το Διεθνές Φεστιβάλ Fabelhaft, το οποίο έχει διάρ-κεια ζωής εδώ και είκοσι χρόνια. Στις εκδηλώσεις του συμπεριλαμβάνει αφηγήσεις αλλά και stand up κωμωδίες, παραστάσεις μιμικής αλλά και συναυλίες. Στην περιοχή του Τύρολο υ-πάρχουν τουλάχιστον τέσσερα φεστιβάλ αφήγησης μαζί με εκείνο του μεγάλου διεθνούς φε-στιβάλ του Ίνσμπρουκ. Εκτός από αυτά υπάρχουν κάποια φεστιβάλ αφήγησης παραμυθιών αποκλειστικά για παιδιά όπως είναι αυτό που γίνεται στο Δημαρχείο της Βιέννης.
Ν.Νάεσχαϊμ: Έχουμε λίγα φεστιβάλ αφήγησης στην Νορβηγία. Το σπουδαιότερο και πιο γνωστό είναι το Διεθνές Φεστιβάλ Αφήγησης του Όσλο που πραγματοποιείται τον Ιούνιο. Υπάρχουν βέβαια και πολλά άλλα μικρότερα φεστιβάλ σε διάφορα περιφερειακά μέρη της χώρας, και σε χωριά όπου όμως η αφήγηση δεν είναι αυτοτελής εκδήλωση και δραστηριό-τητα αλλά αποτελεί ένα μέρος μόνον του όλου συνολικού προγράμματος.

Πείτε μας την άποψή σας, υπάρχει στις μέρες μας αναγκαιότητα για αφήγηση;
Μπ. Λένερ: Ειλικρινά πιστεύω πως στις μέρες μας υπάρχει μεγάλη ανάγκη για αφήγηση. Νο-μίζω πως οι άνθρωποι σήμερα συχνά αισθάνονται χαμένοι μέσα στην σύγχρονη κοινωνία του ατομικισμού κρατώντας λιγοστές κοινές αξίες και μικρή οικογενειακή συνοχή. Η αφήγηση δημιουργεί συνθήκες ενάντια στον αποκλεισμό και την απομόνωση και φέρνει τους ανθρώ-πους κοντά. Οι ιστορίες μας συνδέεουν άδηλα με τους άλλους ακροατές, με τους προγόνους και τις ρίζες μας και με τις εσωτερικές μας φωνές και εικόνες. Οι ιστορίες μπορούν να μας εμπνέουν και να μας συγκινούν μετακινώντας μας, προσφέρουν αξίες, νοήματα και ελπίδα ειδικότερα σε περιόδους κρίσης. Αυτό έχω καταλάβει μέχρι τώρα μέσα από την εμπειρία μου και τη σχέση μου με το κοινό. Μια ιστορία μπορεί να σου αλλάξει τη ζωή. Όσο αναφορά τα παιδιά, οι ιστορίες τα βοηθούν να αναπτύσσουν τις γλωσσικές τους δεξιότητες  αλλά και τη φαντασία τους.  Θεωρώ την αφήγηση ως μια από τις βασικές  ποιότητες που συνιστούν και χαρακτηρίζουν τον άνθρωπο. Αυτοί είναι μερικοί από τους λόγους που θα καθιστούν πάντα την αφήγηση αναγκαία.
Ν. Νάεσχαϊμ: Κατά την άποψή μου η αφήγηση αποτελεί μια ουσιώδη συνιστώσα της ανθρώ-πινης επικοινωνίας. Υποθέτουμε πως ίσως η γλώσσα από μόνη της εμφανίστηκε μέσα από την ανάγκη του πρωτόγονου προγόνου μας να οργανώσει με καλύτερο και πιο αποτελεσματι-κό τρόπο το κυνήγι του εκείνα τα πρώτα χρόνια της ζωής του στον κόσμο. Μετά ακολούθησε η αφήγηση των ιστοριών για όσα έζησε σ’ αυτήν την εμπειρία. Στον σύγχρονο κόσμο των η-μερών μας η αφήγηση ιστοριών θα μπορούσε κάλλιστα να αποτελέσει ένα από τα τελευταία αντίδοτα ενάντια στην υπερβολική χρήση της τεχνητής εικόνας και τεχνολογίας, της τηλεό-ρασης, του κινηματογράφου και των ηλεκτρονικών υπολογιστών. Η αφήγηση κατά την άπο-ψή μου είναι η ύστατη έκφραση της ανθρώπινης διάδρασης.


Σε πόσα διεθνή φεστιβάλ αφήγησης έχετε συμμετάσχει; Μπορείτε να μας αναφέρετε μερικά;
Μπ. Λένερ:Μέχρι τώρα έχω πάρει μέρος σε οκτώ διεθνή φεστιβάλ. Ανάμεσα σε αυτά είναι το Holnemvolt της Βουδαπέστης στην Ουγγαρία, το  Raccontamiunastoria στο Μπολζάνο της Ιταλίας, και στο γαλλικό  φεστιβάλ EPOS.  Πέρυσι συμμετείχα στο Φεστιβάλ «Γιορτή Παρα-μυθιών» στην πανέμορφη Κέα και φέτος στο δικό σας «Παραμύθια & Μύθοι στου Κένταυ-ρου τη ράχη» όπου ανυπομονώ να αφηγηθώ.
Ν. Νάεσχαϊμ: Έχω συμμετάσχει ως αφηγήτρια σε αρκετά φεστιβάλ στην Σκωτία όπως το Διεθνές Φεστιβάλ Αφήγησης στο Εδιμβούργο και αυτά του Λανάρκ και του Αμπερντίν. Στη Σκανδιναβία έχω πει ιστορίες στη Δανία στο Φεστιβάλ του Λέιρε, στο Διεθνές Φεστιβάλ του Όσλο στη Νορβηγία, και σε φεστιβάλ στη Σουηδία. Στην Ελλάδα έχω αφηγηθεί στη Γιορτή Παραμυθιών της Κέας και φέτος στο Φεστιβάλ Αφήγησης του Πηλίου «Παραμύθια και Μύ-θοι στου Κένταυρου τη ράχη» στον Άγιο Γεώργιο της Νηλείας. Έχω λάβει μέρος ακόμα στην Νότιο Αφρική αλλά και στο Ντουμπάι στο Φεστιβάλ «Μια φορά κι έναν καιρό...»

Η συμμετοχή της Μπίργκιτ Λένερ πραγματοποιήθηκε με την ευγενική υποστήριξη της Πρε-σβείας της Αυστρίας στην Αθήνα, και η συμμετοχή της Νίνας Νάεσχαϊμ  με την πολύτιμη υποστήριξη της Βασιλικής Πρεσβείας της Νορβηγίας και του Νορβηγικού Ινστιτούτου στην Αθήνα.

3. ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΕΙΣΗΓΗΤΡΙΩΝ ΘΕΡΙΝΟΥ ΣΧΟΛΕΙΟΥ ΠΑΡΑΜΥΘΙΩΝ

Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα "Η ΘΕΣΣΑΛΙΑ" 
της 8/8/2013, αρ. φυλ. 35088, σελ. 29

"Το ελληνικό παραμύθι ταξιδεύει στις θάλασσες του κόσμου"


Των Κ. Α. Μοράρου και  Δημ. Β. Προύσαλη
Απόψε στα πλαίσια του 3ου Φεστιβάλ Αφήγησης «Παραμύθια και Μύθοι στου Κένταυρου τη ράχη» θα πραγματοποιηθεί τιμητική εκδήλωση με αφορμή την έκδοση στα αγγλικά της επιτομής του πεντάτομου έργου ταξινόμησης των «Μαγικών παραμυθιών» από το Αρχείο του Γ. Μέγα το 2012 από την Folklore Fellows Commnications της Ακαδημίας Επιστημών της Φινλανδίας. Θα τιμηθούν για την πολύτιμη προσφορά τους οι Ελληνίδες ανθρωπολόγοι  Α. Αγγελοπούλου, Α. Μπρούσκου, Μ. Καπλάνογλου, Ε. Κατρινάκη καθώς και η μεταφράστρια του έργου Αμερικανίδα Deborah Brown Kazazis.
 Η τιμητική βραδιά θα ακολουθήσει μετά τις εισηγήσεις των προσκεκλημένων επιστημόνων στο Θερινό Σχολείο Παραμυθιών νωρίτερα το απόγευμα στις 7.00, ενώ στη συνέχεια θα πραγματοποιηθεί στις 9.30 αφήγηση από το υλικό του καταλόγου με τίτλο «Ούτε εγώ ήμουν εκεί...ούτε εσείς να το πιστέψετε!» με τους Β. Αισώπου, Χ. Πορίχη, Α. Ραυτόπουλο, Λ. Τριαντάρη και Δ. Β. Προύσαλη στην αυλή του Ι. Ν. Αγίου Γεωργίου Νηλείας. Στο τέλος της βραδιάς θα γίνουν τα επίσημα εγκαίνια των Παράλληλων Καλλιτεχνικών Εκθέσεων που φιλοξενούνται στο Βαφειάδειο Πνευματικό Κέντρο μέχρι τις 11 Αυγούστου.
Η συνέντευξη που ακολουθεί πραγματοποιήθηκε στα πλαίσια των εκδηλώσεων του φεστιβάλ.
1.Τι σημαίνει για σας λαϊκό παραμύθι; Πιστεύετε πως είναι δικαιολογημένη ακόμη και  σήμερα η πολυποίκιλη ενασχόληση μαζί του;

Α. Αγγελοπούλου: Για μένα λαϊκό παραμύθι είναι το είδος του λόγου που μπορούν να το μοιραστούν όλοι οι άνθρωποι, όλα τα μέλη μιας κοινότητας. Τους βοηθάει να ονειρεύονται, να σκέφτονται και να περνούν μαζί δύσκολες ώρες, συντροφικά αλλά και μέσα από τους προσωπικούς στοχασμούς τους του καθένα, Πρόσφατα  μου έλεγε μια γειτόνισσά μου στο Πήλιο «Το βράδυ πού πέθανε η μητέρα μας, ήμασταν δώδεκα παιδιά και ξαγρυπνήσαμε όλοι κοντά της γιατί βλέπαμε ότι δεν ήταν καλά. Κι ο μπαμπάς μου, μας έλεγε παραμύθια όλη τη νύχτα. Μέχρι το ξημέρωμα. Αλλά όχι σαν αυτά που λένε σήμερα, παραμύθια με νόημα. Η μάνα μας πέθανε τα ξημερώματα». Αυτή είναι η δύναμη του λαϊκού παραμυθιού, που τη χάσαμε και παλεύουμε να ξαναβρούμε.
Α. Μπρούσκου: Τα παραμύθια είναι για μένα ένα ανθρωπολογικό φαινόμενο. Αυτό σημαίνει ότι η μελέτη τους είναι πολύτιμη για την κατανόηση της ιστορίας, της κοινωνίας, του πολιτισμού και του ψυχισμού των ανθρώπων. Όλων των ανθρώπων πάνω στη γη, σε όλες τις στιγμές της ύπαρξής τους.  Ε. Κατρινάκη: Λαϊκό παραμύθι σημαίνει πρώτα απ’ όλα επικοινωνία. Μια μαγική επικοινωνία των ανθρώπων, μέσα από τον προφορικό λόγο - η προφορική μετάδοσή του  είναι  άλλωστε ένα από τα βασικά χαρακτηριστικά του, το οποίο το διαφοροποιεί από την προσωπική, γραπτή λογοτεχνία. Είναι λοιπόν επικοινωνία ιδεών, ερωτημάτων πάνω στις σχέσεις των ανθρώπων και πάνω στη ζωή την ίδια, ενδόμυχων σκέψεων, συμβόλων… Με ένα τρόπο μοναδικό,  το λαϊκό  παραμύθι καταφέρνει, με την οικουμενικότητά του, να φέρνει κοντά τους ανθρώπους, ακόμα και αυτούς που δεν μοιράζονται τις ίδιες πολιτισμικές και ιστορικές εμπειρίες. Έχει κάτι άχρονο, πανανθρώπινο, αμάραντο. Κι όσο πιο πολύ το προσεγγίζεις και το μελετάς, τόσα περισσότερα έχει να σου διδάξει.

2. Τι ήταν αυτό που σας έφερε κοντά στο λαϊκό παραμύθι;

Α. Αγγελοπούλου:Η μεγάλη ποιητική και θεραπευτική του δύναμη. Θεωρώ ότι  έχει ως μυστική του πρώτη αξία  την πραγματική επικοινωνία μεταξύ των ανθρώπων. Επίσης, είναι το μόνο είδος του λόγου που δεν πρεσβεύει καμιά μεγάλη αλήθεια. Αντίθετα, το παραμύθι διακηρύσσει την ψευδολογία του, αφήνοντάς μας την ελευθερία να φανταστούμε τον μυθικό του κόσμο όπως επιθυμούμε, και μπορεί  έτσι να έχει καταπραυντική δράση σε άτομα που γνωρίζουν δυσκολίες.                                                                                                                 
Α. Μπρούσκου: Δεν ξέρω καθόλου εάν είμαι «κοντά στο λαϊκό παραμύθι». Ξέρω πως η μητέρα μου μου διάβαζε παραμύθια όταν ήμουν μικρή. Έχω μεγαλώσει με το υπέροχο βιβλίο του Κ. Κύρου Τα Ωραιότερα Παραμύθια του Κόσμου, σε έκδοση του 1946, μια εκλογή και μετάφραση παραμυθιών από τα γερμανικά, γαλλικά και αγγλικά στην «καθομιλουμένη των μορφωμένων Αθηναίων» και εναντίον του «μαλλιαρισμού», δηλαδή εναντίον της δημοτικής γλώσσας που στο μυαλό του Κύρου ήταν η γλώσσα των «αλητόπαιδων». Παρόλα αυτά ήταν μία μαγική συνάντηση. Και κρατάει ακόμη η μπογιά της.
Ε. Κατρινάκη: Η γοητεία που ασκούν αυτές οι ιστορίες, δεν μπορείς να ξεφύγεις από αυτήν. Θυμάμαι ακόμη πόση μεγάλη εντύπωση μου είχε κάνει το παραμύθι της Βατραχίνας Τσαρίνας, ένα ρώσικο λαϊκό παραμύθι (του τύπου 402, όπως γνωρίζουμε) που διάβασα σε μια συλλογή, όταν ήμουν 10 χρονών. Το βιβλίο μου το είχε κάνει δώρο ο πατέρας μου και το έχω ακόμα. Μπορεί να τα διάβασα και χίλιες φορές τα παραμύθια εκείνης της συλλογής… Όταν τέλειωσα το πανεπιστήμιο και θέλησα να συνεχίσω στην έρευνα,  να αρχίσω ένα μεταπτυχιακό, το πρώτο πράγμα που σκέφτηκα ήταν αυτό να αφορά τα παραμύθια. Ευτυχώς, ήταν ακόμα τότε εποχές που η ενασχόληση με τέτοια θέματα, με τις ανθρωπιστικές επιστήμες γενικότερα, δεν θεωρούνταν πολυτέλεια. 

3. Από πότε ασχολείστε επιστημονικά με τη μελέτη των λαϊκών παραμυθιών; Αναφέρετε κάποιες σημαντικές για σας συνεργασίες-συμμετοχές  σε επιστημονικό επίπεδο.
Α. Αγγελοπούλου: Ασχολούμαι με το παραμύθι εδώ και τριάντα δυο χρόνια σε καθημερινή σχεδόν βάση. Την πρώτη φορά που διάβασα λαϊκά παραμύθια ήμουν στο Πανεπιστήμιο, διάβασα τη συλλογή του Γιώργου Ιωάννου, κι είπα μέσα μου ότι αυτούς τους εξαίσιους μυθικούς ήρωες του λαϊκού παραμυθιού, που είναι παντελώς άγνωστοι, που είναι όμως  τόσο μεγάλοι όσο κι ο Θησέας, ο Προμηθέας, η Αντιγόνη,  θα ήθελα να τους γνωρίσω σε όλον τον κόσμο, να τους ταξιδέψω παντού, όπου μπορούν να τους εκτιμήσουν στη σωστή τους διάστα-ση. Νομίζω ότι το πέτυχα, όσο μπορούσα, με τα βιβλία που δημοσίευσα, τις Παραμυθοκόρες, τα Αλληλοβόρα, τα Σεφαραδίτικα παραμύθια των Βαλκανίων (στα γαλλικά), τις διαλέξεις μου σε διάφορα Πανεπιστήμια του εξωτερικού, αλλά και σε δικά μας, με το σεμινάριό μου, και κυρίως με τον Κατάλογο ελληνικών παραμυθιών, που είναι συλλογικό έργο, που μετά από τριάντα χρόνια και μετά από πέντε τόμους στα ελληνικά, κυκλοφορεί το 2012 στα  αγγλικά από τη Φινλανδική Ακαδημία Επιστημών που εκδίδει όλα τα επιστημονικά εγκυκλοπαιδικά έργα γύρω από τη λαϊκή παράδοση των ευρωπαϊκών χωρών. Ελπίζω οι ήρωες του ελληνικού παραμυθιού να είναι σχετικά ευχαριστημένοι.
Α. Μπρούσκου: Από τη σκοπιά της ανθρωπολογικής έρευνας ασχολούμαι με τα παραμύθια από το 1983, δηλαδή από τότε που παρακολούθησα τα σεμινάρια της Nicole Belmont (κοινωνικής ανθρωπολόγου) και του Claude Bremond (γλωσσολόγου, αφηγηματολόγου) στο Παρίσι. Τότε ήταν που συνάντησα την Άννα Αγγελοπούλου. Λίγο αργότερα, όταν καταλάβαμε την χρησιμότητα των καταλόγων των παραμυθιών για την συγκριτική έρευνα, σκεφτήκαμε να ασχοληθούμε με την επεξεργασία και τη δημοσίευση του Καταλόγου των Ελληνικών Παραμυθιών του Γ. Μέγα που ήταν στην φύλαξη του καθηγητή Λαογραφίας Μιχάλη Μερακλή. Εκείνος μας εμπιστεύτηκε, και άρχισε στα τέλη του ’80 η μεγάλη αυτή περιπέτεια.
Ε. Κατινάκη: Το 1993 έφυγα για το Παρίσι, να παρακολουθήσω το μεταπτυχιακό της EHESS όπου δίδασκε η Nicole Belmont, μια από τις σημαντικότερες ανθρωπολόγους που έ-χουν μελετήσει το λαϊκό παραμύθι. Η συγκυρία ήταν ευτυχής, γιατί εκεί γνώρισα την Άννα, (που από το βιβλίο της, τις «Παραμυθοκόρες» είχα άλλωστε μάθει και για το σεμινάριο της Belmont) -  τελειώνοντας το μεταπτυχιακό, εκείνη και η Αίγλη με προσκάλεσαν στην ομάδα του Κατάλογου. Κι έτσι μου έδωσαν την ευκαιρία να ανακαλύψω όλο τον πλούτο του ελληνικού παραμυθιού, μέσα από τα χιλιάδες χειρόγραφα των αρχείων… Ανεκτίμητα χειρόγραφα, η μελέτη των οποίων σου δείχνει πόσοι πολλοί άνθρωποι στην Ελλάδα αγάπησαν τα παραμύθια μας, πόσοι ασχολήθηκαν με αυτά, από το 1850 περίπου. Παράλληλα με αυτή τη μελέτη, βούτηξα μέσα στο παράξενο θέμα του κανιβαλισμού στα παραμύθια, το θέμα του διδακτορικού,  που, όταν τέλειωσε,  είχα τη χαρά να το δω να δημοσιεύεται στη σειρά Folklore Fellows Communications. Εντωμεταξύ δημιουργήθηκε η ομάδα ERGON (European Research Group for Oral narratives, όπου συμμετέχουμε παραμυθολόγοι και καταλογογράφοι από πολλές ευρωπαϊκές χώρες και έχουμε την ευκαιρία να συζητάμε πάνω σε ένα υλικό (τα παραμύθια και τους θρύλους),  το οποίο είναι καταγεγραμμένο σε πολλές γλώσσες και διαλέκτους, επομένως είναι αμετάφραστο στο μεγαλύτερο μέρος του. Είναι πάντοτε συναρπαστικό να ανακαλύπτεις ομοιότητες ανάμεσα στις ιστορίες ανθρώπων που ποτέ δεν γνώρισαν ο ένας τον άλλο, σε  διηγήσεις από περιοχές τόσο μακρινές η μια από την άλλη…
4.Υποστηρίζεται από κάποιους ειδικούς πως τα παραμύθια είναι οι καθρέφτες των λαών που τα έφτιαξαν αντανακλώντας την ψυχή των ανθρώπων. Εσείς τι έχετε να πείτε από την εμπειρία της μελέτης σας σχετικά με αυτήν την άποψη;

Α. Αγγελοπούλου: Θα συμφωνούσα, αν και προτιμώ να πιστεύω ότι τα παραμύθια διαπλάθουν το άτομο, αλλά και την ομάδα. Πέρα από το καθρέφτισμα δηλαδή υπάρχει και η ενεργητική διαπλαστική διάσταση του παραμυθιού. Όσο για την σχέση τους με την ανθρώπινη ψυχή, είναι  βέβαιο ότι κινούνται σε μεγάλο βάθος κι ότι μέσα από τόσους αιώνες αφήγησης έχουν διατηρήσει  την ουσία των πιο καίριων προβλημάτων που απασχολούν τον άνθρωπο.
Ε. Κατρινάκη: Αυτή είναι μια ερώτηση πολύπλοκη, γιατί τα παραμύθια διακρίνονται από δύο στοιχεία, την οικουμενικότητά τους, αλλά και τις τοπικές ιδιαιτερότητες. Αυτό εξαρτάται και από το είδος τους. Τα λεγόμενα μαγικά παραμύθια, όπως η Χιονάτη, για παράδειγμα, είναι πιο οικουμενικά, τα ευτράπελα λιγότερο. Ίσως στα μαγικά παραμύθια να εκφράζεται η ψυχή του ανθρώπου, τα βαθιά ερωτήματα της ανθρώπινης ύπαρξης, που αφορούν  τις ανθρώπινες σχέσεις, την ίδια τη ζωή,  με τρόπο πιο οικουμενικό,  ενώ άλλες ιστορίες όπου  με χιούμορ ή καυστικότητα σχολιάζονται καταστάσεις της καθημερινότητας, εξαρτώνται πιο άμεσα από τα πολιτισμικά τους συμφραζόμενα. Ακόμα και στα μαγικά παραμύθια ωστόσο υπάρχουν μοτίβα που διαφέρουν από τόπο σε τόσο, ενώ ο βασικός πυρήνας της ιστορίας μπορεί να παραμένει ο ίδιος. 

5. Ως μελετήτριες των ελληνικών μαγικών παραμυθιών έχετε εντοπίσει ιδιαιτερότητες και σημεία διαφοροποίησης της ελληνικής προφορικής  παραμυθιακής παράδοσης σε σχέση με το διεθνές υλικό (πχ ευρωπαϊκό);

Α. Αγγελοπούλου: Βεβαίως υπάρχουν πολλές διαφορές της επιτόπιας ελληνικής παράδοσης που ανήκει στον ευρύτερο χώρο της μεσογειακής Ευρώπης. Υπάρχουν θέματα που αναπτύσσονται με ιδιαίτερη επινοητικότητα και δεξιοτεχνία στην Ελλάδα, όπως είναι η σχέση μάνας και κόρης (με τα τελείως διαφορετικά από τα δυτικοευρωπαϊκά  παραμύθια της Σταχτοπούτας και της Χιονάτης, δυο διάσημων λαϊκών φυσιογνωμιών,που έχουμε στη γλώσσα μας). Στην Ευρώπη υπήρξαν πολλοί μεγάλοι λόγιοι που λογόκριναν και ανέπλασαν τους λαϊκούς μύθους, όπως ο Περώ κι οι αδερφοί Γκριμ. Στην Ελλάδα οι λόγιοι ασχολήθηκαν με το δημο-τικό τραγούδι κι έτσι το παραμύθι παρέμεινε σχετικά αλώβητο και κράτησε τη γνήσια μορφή του.
Α. Μπρούσκου: Τα παραμύθια έχουν αυτό το μαγικό: ενώ είναι διεθνή, τα μοιράζο-νται δηλαδή πολλοί λαοί, καταφέρνουν να αποτελούν συνεπές και πολύτιμο κομμάτι των κατά τόπους πολιτισμών. Εννοείται ότι η ελληνική προφορική παράδοση είναι μέρος αυτού του φαινομένου: όσο είναι απολύτως ανοιχτή στην διεθνή παραγωγή (προφορική και γραπτή), άλλο τόσο έχει και της πολιτισμικές ιδιαιτερότητές της. Η χαρά της έρευνας είναι ο εντοπι-σμός και η κατανόηση αυτών των ιδιαιτεροτήτων.
Ε. Κατρινάκη: Ναι, υπάρχουν. Ορισμένα παραμύθια γνωστά σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες δεν τα συναντάμε σχεδόν καθόλου στην προφορική παράδοση της χώρας μας, ακόμα κι αν πρό-κειται για τα πιο διάσημα σήμερα και τα πιο πολυμεταφρασμένα όπως πχ. η Κοκκινοσκουφίτσα ή ο Χάνσελ και η Γκρέτελ. Άλλα ελληνικά παραμύθια μοιάζουν με τα ευρωπαϊκά ως προς τον πυρήνα αλλά διαφέρουν ως προς τα εισαγωγικά επεισόδια: η ελληνική Σταχτοπούτα, π.χ, δεν έχει μητριά και θετές αδελφές, αλλά μια μητέρα και δυο αδελφές, που στην αρχή της ιστορίας τρώνε τη μάνα τους. Ο Δεκατρής είναι συγγενής του Κοντορεβιθούλη του Περώ, έχει δανειστεί στοιχεία και από εκείνον, ωστόσο περιλαμβάνει και πολλά επεισόδια αλλιώτικα. Πολλές γνωστές ιστορίες επίσης, όπως της Σταχτοπούτας και της Χιονάτης, δεν τελειώνουν με το γάμο της ηρωίδας, αλλά συνεχίζονται: οι ηρωίδες γίνονται μητέρες και πάνω στο αρχικό παραμύθι κολλάει ένα άλλο. Αυτή η εξέλιξη των ιστοριών δεν φαίνεται να υπάρχει στα περισσότερα, τουλάχιστον, δυτικοευρωπαϊκά παραμύθια.
6. Το 2012 ήταν η χρονιά που εκδόθηκε στα αγγλικά η επιτομή των ελληνικών μαγικών παραμυθιών της πεντάτομης  προσπάθειάς σας που ολοκληρώθηκε μετά από σχεδόν 30 χρόνια (1986). Τι έχετε να πείτε γι’ αυτό το γεγονός;
Α. Αγγελοπούλου: Για μένα ήταν μια από τις ωραιότερες μέρες της ζωής μου. Χάρηκα που η χώρα μας αναγνωρίστηκε ισότιμα με τις άλλες ευρωπαϊκές χώρες.  Τα ελληνικά παραμύθια είναι αναμφίβολα από τα ωραιότερα, τα πλουσιότερα του κόσμου, και τα μαγικά παραμύθια είναι τα πλησιέστερα στον μύθο. Τώρα σε όλα τα Πανεπιστήμια του εξωτερικού, θα μπορούν να μελετήσουν ευκολότερα οι φοιτητές κι οι ερευνητές το ελληνικό παραμύθι. Η Φινλανδική Ακαδημία μας έδωσε την κάλυψη που χρειαζόμασταν για να προχωρήσουμε κι ενδεχομένως να εκδώσουμε και τα υπόλοιπα λαϊκά ελληνικά παραμύθια που παραμένουν ανέκδοτα.
Α. Μπρούσκου: Είμαι χαρούμενη και υπερήφανη: κλείνουν 100 χρόνια από τότε που άρχισε ο Γ. Μέγας τον κατάλογο. Κλείνουν 30 από τότε που πιάσαμε εμείς το νήμα. Και είναι το 2012, τη στιγμή της χειρότερης κρίσης, που πηδάει μέσα από το μαύρο μας πηγάδι, αυτός ο θησαυρός προς τις άλλες χώρες. Είναι μια θαυμαστή σύμπτωση, ή μάλλον καλύτερα είναι μια θαυμαστή συνέπεια, αγάπη και συνεργασία αντοχής που επιδείξαμε η Α. Αγγελοπούλου, η Μ. Καπλάνογλου, η Εμ. Κατρινάκη κι εγώ, και  σε αυτήν την τελευταία φάση, η μεταφράστριά μας Deborah Brown Kazazis.
Ε. Κατρινάκη: Είναι μια τεράστια χαρά.  Το ελληνικό παραμύθι έχει περάσει πια  τα σύνορά μας, ταξιδεύει και γίνεται γνωστό σε όλο τον κόσμο. Η σειρά όπου εκδόθηκε ο Κατάλογος είναι από τις παλαιότερες και σημαντικότερες, ο Κατάλογός των ελληνικών παραμυθιών υπάρχει πλέον  στις πανεπιστημιακές βιβλιοθήκες ολόκληρου του κόσμου- σε μια εποχή απαξίωσης της χώρας μας και των ανθρώπων της η έκδοση αυτή  είναι και προβολή του λαϊκού μας πολιτισμού και της Ελλάδας.

7.Τα  λαϊκά παραμύθια χωρίζονται σε μεγάλες θεματικές κατηγορίες πχ Μαγικά παραμύθια, Μύθοι ζώων, Θρησκευτικά παραμύθια, Νουβέλες, Ευτράπελες-Ανεκδοτολογικές Ιστορίες, Κλιμακωτά κλπ. Τι στόχοι μπαίνουν για σας μετά από την ολοκλήρωση έκδοσης των ελληνικών μαγικών παραμυθιών;

Α. Αγγελοπούλου: Προφανώς θα θέλαμε να  εκδώσουμε όλες τις θεματικές κατηγορίες που αναφέρατε, αρχίζοντας από τις Νουβέλες, που είναι αριστουργηματικές. Πρέπει  ωστόσο να βρούμε την απαραίτητη υποστήριξη για να συνεχίσουμε. Ευελπιστώ ότι θα προχωρήσουμε στη συνέχεια. Αν σκεφτείτε ότι πετύχαμε κάτι που δεν είχε πραγματοποιηθεί επί 100 χρόνια, θα πιστέψετε κι εσείς ότι είμαστε ελπιδοφόρα κι αποτελεσματική ομάδα. Ας ευχηθούμε λοιπόν καλή συνέχεια.
Α. Μπρούσκου: Ο στόχος είναι λογικά η επόμενη κατηγορία: οι νουβέλες. Μας περιμένουν.
Ε. Κατρινάκη: Το έργο δεν έχει τελειώσει, και τα παραμύθια που μένουν να μελετηθούν είναι εξαιρετικά ενδιαφέροντα –τα περισσότερα, δε, από αυτά είναι μάλλον άγνωστα. Κάθε παραμύθι κρύβει και μια έκπληξη, εξερευνώντας τα είναι σαν να σκάβεις μέσα στο έδαφος και να βρίσκεις διάφορα πολύτιμα πετράδια. Μερικά δεν τα αναγνωρίζεις καν, και η πρόκληση είναι να δεις, άραγε τα έχουν κι αλλού, σε άλλες χώρες; Μερικά μπορεί να προέρχονται από την Ανατολή, άλλα από μεσαιωνικές ιστορίες, δεν ξέρεις ποτέ. Άλλα είναι τόσο παράξενα, που μοιάζουν ακατανόητα… Ή έτσι φαίνεται, ώσπου να ανακαλύψεις το νόημά τους. Είναι μια δουλειά συναρπαστική το σκάψιμο μέσα στις ιστορίες… Μακάρι λοιπόν να βρεθεί κάποιος φορέας που να θελήσει  να χρηματοδοτήσει τη συνέχεια αυτής της έρευνας, η οποία θα φέρει στο φως όλη την ελληνική πολιτισμική μας κληρονομιά.   


.....................................................................

2012 

1. Συνέντευξη- εφημερίδα Η ΘΕΣΣΑΛΙΑ

(αριθ. Φυλλ. 34.785
Κυριακή 29 Ιουλίου 2012)
ένθετο ΔΙΑΔΡΟΜΕΣ 

Του Κ. Α. Μοράρου


Η ΑΦΗΓΗΣΗ ΩΣ ΤΕΧΝΗ


-Αφήγηση: Είναι Τέχνη; Είναι Τεχνική; και γιατί να την παρακολουθούμε – συμμετέχουμε;

Μ. Παπανικολάου: Κάθε ανθρώπινη επιδίωξη είναι τέχνη. Η αφήγηση με αφετηρία τον λόγο είναι η τέχνη του λόγου. Από τα πανάρχαια χρόνια ως τις μέρες μάς και μέ-σα από την πυρά και το σίδηρο, οι αφηγητές κεντούσαν με τα λόγια τις ιστορίες τους μιλώντας αυθόρμητα και από μνήμης. Στις μέρες μας η ιστορία – παραμύθι, μεταφέ-ρεται  μέσα από τη σύμβαση της «παράστασης», και ουσιαστικά αυτό κάνει τη μορφή της πιο συγκεκριμένη. Τεχνική, ναι χρειάζεται. Είναι οι εσωτερικές διεργασίες του αφηγητή που έχουν κωδικοποιηθεί σε τρόπους που τον διευκολύνουν να «περάσει» την ιστορία του στο κοινό. Κάθε αφηγητής είναι μοναδικός, όπως και ο τρόπος που αφηγείται. Η συμμετοχή στην αφήγηση είναι μοίρασμα, παρηγοριά, παρουσία στον κύκλο, γνώση και ελπίδα, έχουμε απόλυτη ανάγκη να συμμετέχουμε, ειδικά στις μέ-ρες μας.
Ν. Κάπαρη: Η αφήγηση είναι τέχνη. Ως τέχνη έχει τεχνικές που όμως είναι άχρηστες αν ο αφηγητής δεν είναι χαρισματικός. Η τέχνη δεν προχώρησε ποτέ μόνο με τεχνι-κές, αλλά με ανθρώπους που τις χρησιμοποιούσαν σαν διάδρομο απογείωσης.
Δ. Β. Προύσαλης: Αν κάνουμε μια ανασκόπηση στο παρελθόν θα δούμε τους ραψω-δούς ως κατεξοχήν εκφραστές της τέχνης του λόγου που μετέφεραν μέσα από τις επι-κές αφηγήσεις και τα ηρωικά κατορθώματα πρότυπα προς μίμηση, καθιστώντας τα ταυτόχρονα και μέσο ψυχαγωγίας και ηθικής ανάτασης. Ο άνθρωπος είναι homo narrans, ζώο αφηγηματικό. Ζει μέσα από τις αφηγήσεις του και δίνει νόημα στην ε-μπειρία του. Ο καθένας αφηγείται λοιπόν με κάθε ευκαιρία στους οικείους του όσα τον προβλημάτισαν και τον εντυπωσίασαν από την καθημερινότητά του. Όταν όμως έχεις να μεταφέρεις ένα τόσο παμπάλαιο και πολυταξιδεμένο υλικό όπως τα λαϊκά παραμύθια, η σχέση αυτή αλλάζει. Ο κείμενος-ξαπλωμένος λόγος των παραμυθιών, που συνήθως οι σύγχρονοι αφηγητές συναντούν σε συλλογές, ζωντανεύει και αποκτά υπόσταση. Η ματιά του παραμυθά γίνεται πνοή της ιστορίας που ξαναγεννιέται από την αρχή και ζει μέσα απ’ αυτόν. Αν τώρα κανείς σκεφτεί πως έχουν εκλείψει οι φυ-σικές συνθήκες του περίγυρου των αφηγήσεων, όπως συντελούνταν στο παρελθόν στις κοινότητες, τότε η σύγχρονη αφηγηματική παραστατική προσέγγιση ακουμπά στον ορισμό της τέχνης αφού υπηρετεί συγκεκριμένους στόχους. Η συμμετοχή στην αφήγηση είναι βασισμένη στην εσώτερη ανάγκη του καθενός.

-Υπάρχει συμμετοχή των «ακροατών»; Μήπως η αφήγηση είναι τελικά και σχέση;

Μ. Παπανικολάου: Η αφήγηση είναι παραπάνω από σχέση. Είναι τελετουργία. Ο α-φηγητής είναι ο ιερέας, ο μάγος της φυλής, ο γηραιότερος, ο σοφός, ο διασκεδαστής, ο δάσκαλος, ο κοινός νούς και ο παγαπόντης (trickster).  Με τα λόγια του «δένει» τους ανθρώπους, τους κάνει ομάδα, φίλους, συγγενείς και πιστούς. Η σχέση είναι αμφίδρομη και η περιπέτεια, το ταξίδι που λέμε συχνά, είναι κάθε φορά μοναδικό. Είναι μια σχέση γεμάτη μαγεία από αυτές που κρατούν λίγο αλλά μπορούν να σου αλλάξουν τη ζωή.
Ν. Κάπαρη:  Η αφήγηση είναι η τέχνη της σχέσης που αναπτύσσεται ανάμεσα στο παραμύθι, τον παραμυθά και τον ακροατή. Ο ακροατής ακούσει, βλέπει, γελάει, θυ-μώνει συγκινείται. Ζει τη δική του πραγματικότητα μέσα από την ιστορία. Η κινητο-ποίηση αισθήσεων και συναισθημάτων δεν είναι άραγε η καλύτερη συμμετοχή;  
Δ. Β. Προύσαλης: Οι ακροατές συμμετέχουν σε μια συνθήκη μοναδικής και απόλυ-της ισότητας ως μέλη μιας κοινής παρέας που θα ταξιδέψει εμπιστευόμενη τον αφη-γητή που θα τους απλώσει το χέρι. Η συμμετοχή είναι ψυχοκινητική και άδηλη. Άλ-λες φορές αποτυπώνεται στις εκφράσεις του ακροατηρίου, στα μάτια που λάμπουν και στις ανάσες που αναπνέουν τα «αχ» των ιστοριών. Οι ταυτίσεις και οι προβολές του ακροατηρίου με τους ήρωες και το θέμα της ιστορίας είναι τα στοιχεία που θα υποβοηθήσουν την συν κίνηση την ώρα της αφήγησης. Άλλες φορές η φυσικότητα και η οικειότητα του αφηγητή θα «προσκαλέσει» το κοινό να παρέμβει και να εκφρά-σει τη γνώμη του δημιουργώντας όρους διαδραστικής συμμετοχής. Η αφήγηση είναι και σχέση. Η σχέση του καθενός με τη ιστορία, τόσο του παραμυθά που την επιλέγει για τους δικούς του λόγους και την κοινωνεί όσο και του ακροατή που την προσλαμ-βάνει και τη διαχειρίζεται μέσα του συναισθηματικά και ψυχολογικά με τους δικούς του προσωπικούς μηχανισμούς.


-Η αφήγηση ενός παραμυθιού σήμερα βοηθάει τα παιδιά και τους μεγάλους;

Μ. Παπανικολάου: Η αφήγηση ενός παραμυθιού,  μιας ιστορίας, ενός μύθου, μιας απλής καθημερινής εμπειρίας δεν είναι απλώς διασκέδαση ή ψυχαγωγία, είναι ανά-γκη πρωταρχική και ουσιαστική για την κοινωνικοποίησή μας, τη συμμετοχή μας στην ομάδα. Είναι ο κύκλος των ανθρώπων γύρω από τη φωτιά, η επιστροφή στις βα-σικές μας τις αρχές. Την έχουμε απόλυτη ανάγκη. Αν είναι βοήθεια; Δεν θα την έλεγα βοήθεια, θα την έλεγα προσανατολισμό, επιστροφή στην αφετηρία και επανεκκίνηση. Χαμένοι μέσα σε πολύβουα αστικά κέντρα, αποπροσανατολισμέμοι και πολυπράγμο-νες λησμονούμε τα απλά και τα βασικά. Η αφήγηση είναι μνήμη. Είναι η μνήμη των πολλών μέσα στο χρόνο, δεν είναι λοιπόν μόνο βοήθεια, είναι προσανατολισμός για μικρούς και μεγάλους, ανάλογα πάντα με το παραμύθι και σε ποιους απευθύνεται κά-ε φορά.
Ν. Κάπαρη: Το παιδί μέσα από την αφηγηματική διαδικασία μαθαίνει να ακούει, να συγκεντρώνει την προσοχή του. Ταυτίζεται με τους ήρωες των παραμυθιών, εξωτερι-κεύει τα συναισθήματά του κι αυτό έχει σαν αποτέλεσμα να μειώνει το άγχος του και τις ενοχές του, γεμίζοντάς το θετικά συναισθήματα.
Δ. Β. Προύσαλης: Το λαϊκό παραμύθι ανέκαθεν λειτουργούσε ως ένας λόγος υπο-στηρικτικός και έμμεσα συμβουλευτικός για όλους, πέρα από το πρώτο επίπεδο της ψυχαγωγίας. Για όσους κουβαλούσαν αναπάντητα τα μεγάλα ερωτήματα της ύπαρ-ξης, για εκείνους που επιχειρούσαν μια μυητική πορεία στη διαδρομή προς την ενη-λικίωση και τη ζωή, για αυτούς που επιθυμούσαν διακαώς να τοποθετηθούν απέναντι στη συνθετότητα των κοινωνικών σχέσεων αλλά και των διαπροσωπικών επαφών. Οι ανάγκες αυτές παραμένουν αναλλοίωτες μέσα στην ψυχή του ανθρώπου, μικρού και ενηλίκου και στις μέρες μας, αναμένοντας επιτακτικές απαντήσεις σε δυσκολότερες σαν σήμερα εποχές. Η αφήγηση είναι λοιπόν εκείνο το μέσο που έχει τη δύναμη να μας βοηθήσει να επαναπροσδιορίσουμε τη σχέση μας με τον εαυτό μας και τον κόσμο επιχειρώντας σημαντικά βήματα προσωπικής αυτογνωσίας, κοινωνικής λειτουργικό-τητας και ένταξης.

-Υπάρχουν λόγοι για να ακούσει στη σύγχρονη εποχή κάποιος παραμύθια;

Μ. Παπανικολάου: Αναφέρθηκα και στις προηγούμενες ερωτήσεις. Επιγραμματικά θα έλεγα πως οι λόγοι είναι: ο λόγος ο προφορικός, ο ζωντανός και ο αυθόρμητος που εκφέρεται εκείνη την ώρα και που έχει χαθεί μέσα στην αυτοκρατορία της γραφής και των εικόνων. Επίσης, η  συμμετοχή, το μοίρασμα, η κοινωνική παρουσία, η παρηγο-ριά, η γνώση, η ελπίδα και φυσικά, γιατί όχι, η ψυχαγωγία! Ο βασικότερος λόγος εί-ναι πως οι παραμυθάδες είναι ωραίοι άνθρωποι, πολυλογάδες, γελαστοί, διασκεδα-στές και κάνουν καλή παρέα. Γιατί να μην τους ακούσει κανείς; Θα περάσει τέλεια!!!
Ν. Κάπαρη: Σήμερα! Μα το παραμύθι δεν είναι μουσειακό είδος! Είναι ενάντια στο θέαμα, τη μοναξιά και την αδικία. Είναι η «παρηγοριά» που όλοι-ειδικά στις μέρες μας-έχουμε ανάγκη.
Δ. Β. Προύσαλης: Ζούμε σε μια εποχή όπου κυριαρχεί η κενότητα κρυμμένη περίτε-να κάτω από την εντυπωσιακή φασαρία του εύγλωττου λόγου των κυρίαρχων ρευ-άτων στην τέχνη, στον πολιτισμό και στα γράμματα που καλλιεργούν εφήμεροι Ε-ιάλτες της διανόησης. Βιώνουμε μια περίοδο προαποφασισμένων κοινωνικοοικονο-ικών «μονόδρομων» που ναρκοθετούν το παρόν και υπονομεύουν απροκάλυπτα το μέλλον των παιδιών μας. Οι ορίζοντες φαίνονται να σκοτεινιάζουν σε διάρκεια, η α-αισιοδοξία μετατρέπεται σε κυρίαρχο συναίσθημα κι η κοινωνία μοιάζει να τελμα-ώνει σε αδιέξοδα απογοήτευσης και να χάνει τη συνοχή της. Το λαϊκό παραμύθι έρ-εται να μερέψει την αγριότητα που ελλοχεύει ως απόρροια αντικοινωνικών εφαρμο-ών. Μας μεταφέρει τη βιωμένη αισιοδοξία του λαϊκού ανθρώπου όλων των τόπων κι όλων των εποχών που αντιμετώπιζε τα «θεριά» του δικού του καιρού ξέροντας πως τα πράγματα έχουν μια παροδικότητα κι ο τροχός της ζήσης θα γυρίσει. Μας διαβε-αιώνει πως όλα μπορούν να συμβούν, οι δράκοι φαίνονται-μα δεν είναι ανίκητοι, αρ-εί να μη δειλιάσουμε αρκεί να μην κάνουμε πίσω. Μας υπενθυμίζει πως κανένας δεν απομένει μόνος του σ’ αυτόν τον αγώνα επιβίωσης. Κάποιος θα βρεθεί να σε στηρί-ει, κάποιος θα σε βοηθήσει να βρεις τη λύση στα δύσκολα, κάποιος νοιάζεται για το δικό σου πρόβλημα-που είναι και δικό του- κι όλοι στο τέλος θα ζήσουμε σαν άνθρω-οι καλύτερα. Τα παραμύθια λοιπόν, κοινή ανθρωπολογική κληρονομιά, αποτελούν έναν δοκιμασμένο οδηγό ζωής μιλώντας για έναν ηθικό κόσμο όχι όπως είναι, αλλά ίσως-έτσι όπως έπρεπε να είναι…


ιατί επιλέξατε να γίνετε «παραμυθάς» στις μέρες μας;

Μ. Παπανικολάου: Γιατί είμαι απ’ αυτή τη φάρα των αισιόδοξων διασκεδαστών, πο-λυλογού, λέω ιστορίες όπου σταθώ και όπου βρεθώ  και κάνω καλή παρέα-έτσι μου λένε τουλάχιστον. Δεν μπορώ να κάνω διαφορετικά. Νομίζω πως γεννιέσαι έτσι. Πριν έρθουμε στον κόσμο ξεκινούν τα καραβάκια των ψυχών με μια αποστολή. Νομίζω ότι αυτή είναι η αποστολή μου. Και δεν έχει να κάνει με τις μέρες μας, και πριν μάθω οτι υπάρχουν οι παραμυθάδες, παραμυθού ήμουν. Τι να κάνουμε; Κουσούρια, αλλά ωραία κουσούρια...
Ν. Κάπαρη: Γιατί ήταν η φυσική κατάληξη μιας ακατανίκητης εσωτερικής μου ανά-γκης.
Δ. Β. Προύσαλης: Θα έλεγα πως δεν ήταν συνειδητή επιλογή απ’ την αρχή. Σιγά-σι-ά γεννήθηκε η επιθυμία να πραγματεύομαι αφηγηματικά ζητήματα και θέματα από την κοινή διαδρομή των ανθρώπων στην αυτοσυνειδησία και την καταξίωση. Όταν αντιλήφθηκα τη σημαντικότητα του παραμυθιακού υλικού και τη δυναμική του αφη-ηματικού λόγου, κατάλαβα πως ένας παραμυθάς ξεπερνά το ρόλο του διασκεδαστή. Αποφάσισα να μιλήσω μέσα απ’ τη σοφία των πολλών, με αλήθειες κρυμμένες καλά κάτω από μεγάλα ψέματα, για να απευθυνθώ στους περισσότερους, με λόγια συμβο-λικά που όλοι μπορούν ν’ ακούσουν και ν’ αντέξουν αλλά και να αποκωδικοποιήσουν μέσα απ’ τη δική τους προσωπική ψυχική ανάγκη.

-Ποιά η θεματολογία των αφηγήσεων σας στο 2ο Φεστιβάλ Αφήγησης «Παραμύ-θια και μύθοι στου Κενταύρου τη Ράχη - 2012» και γιατί;

Μ. Παπανικολάου: Θα κάνω δύο αφηγήσεις. Η μία είναι για παιδιά, την Παρασκευή 10 Αυγούστου στις 7.30 στον προαύλιο χώρο της εκκλησίας του Αγίου Γεωργίου. Λατρεύω να λέω παραμύθια σε εκκλησίες! Διάλεξα «Παραμύθια από τους τόπους της μεγάλης ζέστης», από την Αφρική, την Ινδία και τη Λατινική Αμερική. Με ενέπνευσε το ζεστό καλοκαίρι που περνάμε φέτος. Η δεύτερη αφήγηση θα γίνει για ενήλικο κοι-νό το Σάββατο 11 Αυγούστου στην οικία Χρ. Δερβένη στην Άνω Γατζέα, στις 9.30. Εκεί έχω επιλέξει ένα θρύλο που αγαπώ πολύ την «Πράσινη Κυρά» και τον συνδέω με έναν Αρκαδιανό θρύλο για τους Επτά ασημένιους αργαλιούς. Τα κάνουμε εμείς οι παραμυθάδες αυτά! Γύρω απ’ αυτή την ιστορία, επιλέγω κι άλλες μικρότερες με βα-σικό πρωταγωνιστή τον άνθρωπο και τον έρωτα. Έρωτα για έναν άλλο άνθρωπο, για το Θεό ή για την αθανασία. Έρωτες που γίνονται πάθη και ...σκοτώνουν! Φυσικά, δεν θα λείψει και το χιούμορ που αγαπώ, για να αποφορτίζω το κοινό από την ένταση, ό-ταν χρειάζεται. Πολύτιμη θα είναι η συμμετοχή της νεαρης και ταλαντούχας Βάλιας Μιχάλη, που θα παίξει κιθάρα, κρουστά και θα τραγουδήσει.
Ν. Κάπαρη: Ελληνικά λαϊκά παραμύθια για τους μεγάλους, για να επικοινωνήσουμε, να ταξιδέψουμε, να ξορκίσουμε το κακό που μας περικυκλώνει επαναστατώντας ο καθένας με το δικό του τρόπο. Ιστορίες από την ελληνική μυθολογία για τα παιδιά, γιατί αγαπώ ιδιαίτερα αυτό το είδος και θέλω να το μοιραστώ μαζί τους.
Δ. Προύσαλης: Για το ενήλικο ακροατήριο «Κι αυτό θα περάσει: Λαϊκά παραμύθια της υπομονής, της απαντοχής και της ελπίδας…» Πιστεύω πως είναι το κατάλληλο υ-λικό για να τοποθετηθεί κάποιος μέσα απ’ το διαχρονικό λόγο των παραμυθιών απέ-ναντι στη σκοτείνια των καιρών. Το πιο επικίνδυνο είναι να πιστέψουμε πως όλα αυ-τά που ζούμε είναι φυσικό να μας συμβαίνουν…Για τα παιδιά θα αφηγηθώ ιστορίες που αναζητούν τα μεγάλα «Πώς;» και απαντούν στα «Γιατί:»

-Ποια η σκοπιμότητα και η χρησιμότητα των εργαστηρίων αφήγησης που θα φιλοξενούνται στο Φεστιβάλ Αφήγησης και σε ποιους απευθύνονται;

Μ. Παπανικολάου: Δεν υπάρχει αυθεντία. Σκοπός μας είναι να βρεθούμε άγνωστοι και να φύγουμε φίλοι. Να ξεφύγουμε, να γνωριστούμε να μάθουμε ο ένας τον άλλο πράγματα και να περάσουμε όμορφα. Φέτος, θα συντονίσω ένα εργαστήρι που θα γίνει το Σάββατο 11 Αυγούστου στο παλιό δημοτικό σχολείο του Αγίου Γεωργίου από τις 10 το πρωί ως τις 2.00 το μεσημέρι. Θέμα: «Η αφήγηση στην καθημερινή ζωή. Οικογενειακές ιστορίες και αστικοί θρύλοι» . Χρησιμοποιώ την επιστημονική μου κατάρτηση ως ιστορικού και δημοσιογράφου και φυσικά ως αφηγήτριας για να προσεγγίσουμε την αφήγηση στην καθημερινότητα, τις οικογενειακές ιστορίες, πως περνούν από γενιά σε γενιά και αρκετές φορές γίνονται και θρύλοι. Μπορούν να συμ-μετέχουν όλοι! Θα χαρώ πολύ να γνωρίσω πολλούς και να περάσουμε όμορφα με τις ιστορίες μας.
Ν. Κάπαρη: Τα εργαστήρια απευθύνονται σε όσους αγαπούν το παραμύθι. Φυσικά ο   χρόνος είναι περιορισμένος αλλά τελικά ο σκοπός είναι να περάσει ο καθένας μας κα-λά και όλοι μαζί καλύτερα.
Δ. Β. Προύσαλης: Τα εργαστήρια αφήγησης έχουν ως σκοπό τους να γνωρίσουν στο ευρύτερο κοινό μικρά μυστικά από τον κόσμο της ιστόρησης των παραμυθιών. Είναι κεράσματα βιωματικού χαρακτήρα και αποτελούν μια ανοιχτή πρόσκληση σε γονείς, εκπαιδευτικούς, θεραπευτές, κοινωνικούς λειτουργούς κι όσους επιθυμούν να αφου-γκραστούν τον ανθρώπινο λόγο με διάθεση ποιητική επιχειρώντας να εκφραστούν δημιουργικά στα πλαίσια της μυθοπλασίας. Το θέμα του δικού μου εργαστηρίου αφο-ρά στη δημιουργία των παραλλαγών, ενός βασικού χαρακτηριστικού των λαϊκών πα-ραμυθιών.
-Ποιοι είναι οι συντελεστές του 2ου Φεστιβάλ Αφήγησης «Παραμύθια και Μύθοι στου Κένταυρου τη ράχη -2012»;

Δ. Β. Προύσαλης: Στις φετινές διευρυμένες χρονικά εκδηλώσεις συντελούν πολλοί διαφορετικοί καλλιτέχνες, αφηγητές και μη. Από την πλευρά των αφηγητών συμμε-τέχουν οι Ομάδες Αφήγησης «Συντροφιά των Αφηγητών» και «Ταξιδευτές των παρα-μυθιών», οι μαθητευόμενες αφηγήτριες Άλκηστις Παναγίδου και Αλεξάνδρα Τζαφέ-στα, οι παλαιότεροι Νίκη Κάπαρη, Μαρία Παπανικολάου και Δημήτρης Β. Προύσα-λης, οι μουσικοί Βάλια Μιχάλη, Σπύρος Πετρουλάκης και Γιάννης Ψειμάδας. Από την πλευρά των δημιουργών καλλιτεχνών η Μάγδα Καλέμη (Καλλιτεχνικό ρούχο) η Δήμητρα Ψυχογυιού (εικονογράφηση), η Χρυσηίδα Σταυρίδου (φωτογραφία), και ο Βαγγέλης Πατσέας (κεραμικά). Σημαντική είναι η συμβολή των πανεπιστημιακών και μελετητών του λαϊκού παραμυθιού Άννας Αγγελοπούλου, Αικατερίνης  Πολυμέ-ρου-Καμηλάκη και Βάλτερ Πούχνερ στο νέο θεσμό του Θερινού Σχολείου Παραμυ-θιών. Τέλος τις εκδηλώσεις στηρίζει το Κέντρο Μελέτης και Διάδοσης Μύθων και Παραμυθιών με την ευγενική παραχώρηση του υλικού της Έκθεσης-Αφιερώματος για τον εορτασμό του Διεθνούς Έτους Γκριμμ. Αρωγοί σε δύσκολους καιρούς αλλά με δημιουργική διάθεση κι επιμονή οι Επιχειρήσεις Εστίασης και Φιλοξενίας του Αγίου Γεωργίου Νηλείας, οι εκλεκτοί χορηγοί Ε. Παπούλια, Θωμάς Δάμτσας, η Εταιρεία Collonil, o Παραδοσιακός Ξενώνας Ανωβολιός, ο Μάριος Χατζηιωάννου και οι Εκδόσεις Απόπειρα και Χρυσαλλίδα. Με μεράκι κι αγάπη για τον τόπο τους εργάστη-καν στις δραστηριότητες οργάνωσης, υποδοχής και ροής του Φεστιβάλ ο Πολιτιστι-κός-Εξωραϊστικός Σύλλογος Αγίου Γεωργίου Νηλείας «Ο Κένταυρος» και η ΠΗΛΙΟΝ ΟΡΟΣ καθώς και εθελοντές-φίλοι του παραμυθιού.


2. Άρθρο-Εφημερίδα Η ΘΕΣΣΑΛΙΑ
(Αριθ. Φυλλ. 34797 
Κυριακή 12 Αυγούστου 2012

 των Δ. Β. Προύσαλη και Κ. Α. Μοράρου


Τα Φεστιβάλ Αφήγησης: Ρόλος και λόγος ύπαρξης σήμερα

1. Η έννοια των Φεστιβάλ
Εδώ και περισσότερο από σαράντα περίπου χρόνια οργανώνονται εορταστικές θεματικές εκδηλώσεις γύρω από ένα κεντρικό γεγονός ή αντικείμενο που σχετίζεται με μια ανθρώπινη παραγωγική δραστηριότητα ή αφορούν έναν τόπο αναδεικνύοντας την ιδιαιτερότητά του σε σχέση με την ιστορία και τον πολιτισμό. Τέτοιες εορταστι-κού χαρακτήρα εκδηλώσεις γίνονται ευρύτερα γνωστές τόσο στο ελλαδικό κοινό όσο και στο εξωτερικό  με την ονομασία «Φεστιβάλ». Αποτελούν ακόμη και στις μέρες μας έναν πόλο έλξης  και παράλληλα μια πολιτιστική πρόταση άλλες φορές με πλατιά απεύθυνση και σε άλλες περιπτώσεις αφορούν ένα ακροατήριο εξειδικευμένων εν-διαφερόντων. Από τα πιο γνωστά είναι το Φεστιβάλ Αθηνών με εκτεταμένη χρονική διάρκεια ορισμένων μηνών και μια ποικιλία εκδηλώσεων καλλιτεχνικού προσανατο-λισμού (θεατρικές παραστάσεις και μουσικές συναυλίες). Στον απήχο των λαμπερών δεκαετιών του 60 και 70 κινείται μέχρι τις μέρες μας το Φεστιβάλ Τραγουδιού Θεσ-σαλονίκης. Άλλα πάλι περιφερειακά αρχίζουν να χτίζουν μέσα στο χρόνο μια αξιό-λογη παράδοση. Ένα τέτοιο παράδειγμα αποτελεί το Αναγεννησιακό Φεστιβάλ του Ρεθύμνου με μια παρουσία που ξεπερνά τις δύο δεκαετίες. Ως στενά θεματικό-εξ α-ντικειμένου-μπορεί να αναφερθεί το Φεστιβάλ Ταινιών Μικρού Μήκους στη Δράμα, το οποίο απευθύνεται  σε ένα στενό κύκλο κινηματογραφόφιλων αλλά και σκηνοθε-τών, παραγωγών, ηθοποιών ή τεχνικών του σινεμά. Το Φεστιβάλ Κουκλοθεάτρου στο Κιλκίς επίσης χρησιμοποιεί την κούκλα ως καλλιτεχνικό μέσο-αντικείμενο αλλά και πρωταγωνιστή στη θεατρική της προσέγγιση και έκφραση μέσα από ποικίλες παρα-στάσεις του είδους με ελληνική και διεθνή συμμετοχή. Το Φεστιβάλ Κλασικής Κιθά-ρας στο Βόλο έχει καταγράψει μια σημαντική παρουσία στη συνείδηση των εραστών της κλασικής μουσικής με ερμηνευτικό και διαγωνιστικό μέρος καθώς κάθε χρόνο συμμετέχουν πολλά υποσχόμενοι νέοι κιθαρίστες. Το Φεστιβάλ Σύγχρονου Χορού σε ετήσια βάση στην Καλαμάτα από το 1986 καταγράφει μια πολύ σημαντική πορεία στην τέχνη του αντικειμένου του δημιουργώντας έναν υπολογίσιμο πόλο έλξης στους ειδήμονες του είδους. Μεγάλο μέρος μεγάλο των φεστιβαλικών εκδηλώσεων αποτε-λούν τα φεστιβάλ παραδοσιακών χορών ή οι συναντήσεις οργανοπαικτών παραδοσια-κών οργάνων (πχ Τσαμπούνας στις Κυκλάδες). Η αποδοχή και απήχηση των εκδηλώ-σεων των φεστιβάλ, η εγχώρια ή και διεθνής προβολή και καταξίωσή τους, η επανα-λαμβανόμενη περιοδικά στο χρόνο παρουσία τους καθώς και η οργανωτική τους δο-μή δημιουργούν μια λογική «Θεσμών» στο είδος τους. Η έννοια-ορισμός του φεστι-βάλ λοιπόν θα μπορούσε να αποτυπωθεί στην ακόλουθη διατύπωση: «Φεστιβάλ είναι το σύνολο των πολιτιστικών εκδηλώσεων οι οποίες εκτείνονται σε βάθος χρόνου, έ-χουν διάρκεια, οργανώνονται και κινούνται γύρω από ένα συγκεκριμένο αντικείμενο συνδέοντάς και προβάλλοντάς το με τον τόπο όπου αυτές φιλοξενούνται και έχουν έναν γιορταστικό χαρακτήρα που υπηρετεί ένα σκεπτικό». Μια παραλλαγή-αντανά-κλαση των φεστιβαλικών εκδηλώσεων στην ίδια περίπου λογική αλλά με διαφορε-τική διάρθρωση, λειτουργία και χρονική έκταση θα μπορούσαν  να θεωρηθούν οι επονομαζόμενες «Γιορτές». Αυτές εμφανίζονται σε όλη την ελληνική επικράτεια με ένα πλήθος προβαλλόμενων κεντρικών αντικειμένων που λειτουργούν ως βασικοί άξονες των εορταστικών εκδηλώσεων (Πχ Γιορτή Κρασιού, Γιορτή Ελιάς, Γιορτή Σαρδέλας).

2. Φεστιβάλ  και  φολκλορισμός
Στο χώρο των λαογραφικών ερευνών και μελετών έχει γίνει-από πολύ νωρίς- λόγος πολλές φορές για τις νέες κοινωνικές συνθήκες που διαμορφώνουν ένα διαφορετικό και συνθετότερο περιβάλλον εντοπισμού και μελέτης των λαογραφικών φαινομένων στη σύγχρονη εποχή[1]. Παράλληλα έχει τεθεί το ζήτημα γύρω από το φαινόμενο του φολκλορισμού των κατοίκων των αστικών κέντρων τόσο στην Ελλάδα όσο και στον ευρωπαϊκό χώρο. Ως φολκλορισμός ορίζεται «το φαινόμενο  της αναγέννησης και α-ναβίωσης παραδοσιακών μορφών του λαϊκού βίου και πολιτισμού οι οποίες δεν αντα-ποκρίνονται κατά οργανικό τρόπο στις ανάγκες της σύγχρονης ζωής, αλλά ασκούν, παρ’ όλα αυτά, μια γοητεία σε διάφορες κοινωνικές ομάδες». Το φαινόμενο που πα-ρατηρείται δεν είναι τυχαίο καθώς φαίνεται να εκφράζει αυτό που αποκαλείται «αι-σιοδοξία της ανάμνησης», μια τάση δηλαδή που χαρακτηρίζει τον άνθρωπο ως ατο-μική προσωπικότητα και ως σύνολο να εξωραΐζει τα περασμένα-ακόμη και τα πιο δύσκολα και αρνητικά-φιλτράροντάς τα μέσω των προσωπικών αναπολήσεων. Ήδη από τη δεκαετία του 50 ο Γ. Μέγας αναφέρεται σε σχετική εκδήλωση φολκλοριστι-κού χαρακτήρα περιγράφοντας την αναπαράσταση του Βλάχικου γάμου στη Θήβα. Θα μπορούσαμε να υποστηρίξουμε πως σημαντικό μέρος των όποιων φεστιβαλικών εκδηλώσεων κινούνται σ’ ένα ευρύ πλαίσιο το οποίο ακουμπά στον φολκλορισμό-υπό την γενική του έννοια- καθώς θίγουν θέματα και διαθέσεις που σχετίζονται με τη λειτουργία ενός νέου, ιδιότυπου και υπό εξερεύνηση θα λέγαμε, «κοινοτικού» πνεύ-ματος. Πρόκειται  για μια αίσθηση που φέρνει τους ανθρώπους εγγύτερα ως έκφραση ανάγκης του ανήκειν και του συνευρίσκεσθαι μέσα από μια ταυτοτική σχέση γύρω α-πό ένα αντικείμενο ή μια δραστηριότητα. Κι αυτό σε μια εποχή που από τη μια άδηλα καλλιεργεί, διατυμπανίζει και δημιουργεί συνθήκες μιας γενικευμένης ατομικής προ-σέγγισης και βίωσης των περισσότερων πτυχών της κοινωνικής ζωής των ανθρώπων και από την άλλη προωθεί απρόσωπες αγελαίες μαζικές συμπεριφορές Ίσως έτσι θα μπορούσε να ερμηνεύσει κανείς την αποδοχή των φεστιβαλικών εκδηλώσεων από το πλατύ κοινό ακόμη κι εκείνων που δεν διακρίνονται για κάποια θεματική πρωτοτυπία ή οργανωτική αρτιότητα στο πρόγραμμά τους. Ειδικότερα με την περίπτωση του λαϊ-κού παραμυθιού η ολοένα και μεγαλύτερη σε αριθμό εμφάνιση και παρουσία αφηγη-ματικών εκδηλώσεων φεστιβαλικού χαρακτήρα τόσο ελλαδικά όσο και στο εξωτερι-κό φαίνεται να πατάει σε μια πραγματική ανάγκη, ψυχαγωγίας και επικοινωνίας που όμως παίρνει τη μορφή συγκροτημένων δραστηριοτήτων σε χρόνο, χώρο και με πε-ριεχόμενο.
νται με τη λειτουργhr;ijoyme pvw
3. Το λαϊκό παραμύθι και το φαινόμενο της «νέο»-αφήγησης

             Καθώς τα λαϊκά παραμύθια από τις άκρες του κόσμου μα κι από τα βαθύτερα της ανθρώπινης ψυχής αποτελούν ένα ανθρωπολογικό είδος με καθολική παρουσία σ’ όλα τα μήκη και πλάτη του κόσμου, αντανακλούν τα ιδιαίτερα στοιχεία του εκάστοτε πολιτισμού που τα γεννά. Καθρεφτίζουν ήθη κι έθιμα αλλά και ένα ολόκληρο πολιτι-σμικό σύστημα φιλοσοφίας κι αντίληψης που χαρακτηρίζει τις κοινωνικές σχέσεις του δημιουργού περίγυρου ιστορικά. Παρουσιάζουν αξιοπρόσεχτες ομοιότητες μα και χαρακτηριστικές διαφορές και ιδιαιτερότητες, πάνω σε κοινά θεματικά υφασμένα αφηγηματικά σώματα που κινούνται προφορικά από στόμα σε στόμα, στα σταυρο-δρόμια των ταξιδευτών και σε χώρους συγκέντρωσης των ανθρώπων, δημόσιους και ιδιωτικούς. Αποτελούν μια διαχρονική ανάγκη του αφηγηματικού ανθρώπου να εκ-φραστεί συμβολικά και προστατευμένα μέσα από ιστορίες που λειτουργούν σκωπτι-κά, ειρωνικά και συμβουλευτικά, παρηγορητικά, φιλοσοφικά μα και ψυχαγωγικά. Λειτουργούν δίνοντας εξηγήσεις, αιτιολογώντας καταστάσεις, υπονομεύοντας κανονικότητες και καθωσπρεπισμούς, δημιουργώντας πλαίσια ενδυνάμωσης της κοινωνι-κής συνοχής, μυώντας τους αμύητους στις αλήθειες της ζωής. Υφαίνουν πρότυπα συ-μπεριφο-ρών και οικοδομούν με τον τρόπο τους διαδικασίες συγκρότησης και ενερ-γοποίησης της συνείδησης, μέσα από προσομοιώσεις των ρεαλιστικών συνθηκών με φαντασιακή προσέγγιση, όπου όλα είναι δυνατά να συμβούν. Εκεί που το εν δυνάμει πραγματικό κινείται χέρι-χέρι με το απίθανο, το βέβαιο ζυμώνεται με το αναπάντεχο και το αναμενόμενο συναντά το απροσδόκητο.

Τα τελευταία χρόνια παρατηρείται ένα αξιοπερίεργο φαινόμενο. Ενώ στον δυτικό κόσμο τείνουν-και στις τελευταίες γωνιές του- να εκλείψουν οι φυσικές συνθήκες που γεννούν και αναπαράγουν το παραμυθιακό σώμα μέσα από την αναδιήγηση της παραδοσιακής αγροτικής κοινότητας-η οποία έχει μεταλλαχθεί κάτω απ’ την εισβολή κι επιρροή αστικών στοι-χείων στο ύπαιθρο-εντούτοις αντίθετα, καταγράφεται μια σημαντική κινητικότητα γύρω από το τόσο παλιό και πολυταξιδεμένο υλικό του λαϊκού παραμυθιού. Καινούργιοι αφηγητές μοι-ράζονται ιστορίες σε παλιούς δρόμους αλλά και σε νέες αναζητήσεις, μελέτες και συνέδρια, εκδόσεις, Κέντρα Μελέτης, φεστιβάλ και σεμινάρια φέρνουν στο προσκήνιο ένα υποτιμημένο κατά βάση είδος. Είναι το χαρμάνι της συνάντησης του λαϊκού λόγου του χτες με την άχλη της μυθολογίας, τη λόγια λογοτεχνία, το λαϊκό-δημώδες-τραγούδι. Είναι το συναπάντημα της μυθοπλαστικής ικανότητας του φορέα της ιστορίας-ο οποίος συνδιαλέγεται με τις τρέχουσες διαμορφωμένες κοινωνικές αντιλήψεις-με τη συλλογική μνήμη όπως αυτή αποτυπώνεται στο παραμυθιακό θέμα, το μπόλιασμα του φανταστικού λόγου με τις ιστορικές συνθήκες του πε-ρίγυρου, τη συνύπαρξη του άχρονου με το εδώ και το τώρα της συνεύρεσης. Έτσι λοιπόν  εμ-φανίζονται στον ελλαδικό χώρο- με μια καθυστέρηση 20 χρόνων από την εμφάνιση του φαι-νομένου στη Δυτική Ευρώπη-την τελευταία εικοσαετία, από τις αρχές του 1990, νέοι άνθρωποι με εγκύκλιες σπουδές, αυτοδίδακτοι ή απόφοιτοι σεμιναριακών κύκλων οι οποίοι υποστηρίζουν με μια παραστατική προσέγγιση την αφήγηση και οργανώνουν βραδιές αφήγησης ή συμμετέχουν σε εκδηλώσεις όπου η προφορική ιστόρηση είναι παρούσα ως κεντρικό γεγονός (πχ Φεστιβάλ Αφήγησης). Το ενδιαφέρον παρουσιάζεται σ’ αυτήν την ιδιαίτερη κινητικότητα που αναπτύσσεται με αφορμή και γύρω από αυτό το τόσο παλιό αλλά πάντα επίκαιρο και με κάθε ευκαιρία αναδυόμενο ως ανάγκη και σχέση υλικό. Η πολυεπίπεδη προσέγγιση του περιεχομένου της αφήγησης, του αφηγηματικού σώματος, από μια πληθώρα διαφορετικών οπτι-κών των ανθρωπιστικών και κοινωνικών επιστημών διαμορφώνει νέους άξονες ανάδειξης σχέσεων με το περιεχόμενο των ιστοριών, την αναγκαιότητά τους και τη λειτουργία τους σε μια σειρά από εφαρμογές που ξεπερνούν τη φιλολογική ματιά και αντιμετώπισή του. Η συ-γκρότηση σωματείων και φορέων που αναφέρονται στο αντικείμενο της παραμυθιακής αφήγησης αρχίζει σιγά-σιγά να παίρνει μια δυναμική θέση στο χώρο και να δρομολογεί νέους δρόμους έρευνας, μελέτης και εκφραστικών αναζητήσεων. Η νεοαφήγηση όμως δεν είναι κάτι καινούργιο στο δυτικό κόσμο. Ήδη από τα τέλη του 19ου αιώνα στις ΗΠΑ και σε αστικά κέντρα της Δυτικής Ευρώπης παρουσιάζεται ως ένα εργαλείο-πρόταση για την λειτουργικό-τερη αξιοποίηση των Δημόσιων Βιβλιοθηκών και τη δημιουργία γεφυρών προσέλκυσης και συνάντησης με το ευρύ κοινό. Δεν είναι τυχαίο το γεγονός πως μια σειρά αξιόλογων αφηγη-τριών της νέας εποχής είναι βιβλιοθηκάριοι στον αγγλοσαξωνικό κόσμο[2]. Στις ΗΠΑ ιδιαίτερα το φαινόμενο γνωρίζει μια αξιόλογη άνθιση αρχικά από την ανάγκη των αυτόχθονων-ιθαγενών Ινδιάνων να διατηρήσουν την πολιτιστική τους ταυτότητα μέσα από τον προφορικό τους πολιτισμό κι οι ιστορίες παίζουν έναν καθοριστικό τέτοιο ρόλο. Σε πολλές περιοχές ξε-φυτρώνουν λοιπόν Κέντρα Προφορικής Αφήγησης (Storytelling Centres) καθιστώντας το εί-δος ένα δυναμικό μέσο που αργότερα γνωρίζει αξιοσημείωτη ανάπτυξη. Σταδιακά η σημαντι-κότητα του παραμυθιακού υλικού μπαίνει στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος από μια σειρά  ε-πιστημών. Η αρχική λαογραφική –υπό την έννοια αναζήτησης της συνέχειας-και ανθρωπολο-γική προσέγγιση που αντάμωσε με τη φιλολογική ματιά της καταγραφής και μελέτης στη συ-νέχεια μπολιάστηκε και συναντήθηκε με την ψυχανάλυση. Με την τελευταία  προσεγγίζεται και προνομοποιείται η Θεραπευτική χρήση της αφήγησης λαϊκών παραμυθιών, μύθων και ιστοριών, για  την επίλυση ενδοατομικών-ενδοψυχικών συγκρούσεων (ο Φρόιντ αναφέρει χαρακτηριστικά πως τα παραμύθια και τα όνειρα είναι πλασμένα από το ίδιο υλικό) και αργό-τερα η χρήση της αφήγησης των λαϊκών παραμυθιών και ιστοριών εισάγεται ως νέα άποψη στην διαχείριση της οικονομίας (Storytelling and Management), την παιδαγωγική και τον πολιτισμό ως καλλιτεχνικό γεγονός.

                                  
4. Τα Φεστιβάλ Αφήγησης στην Ελλάδα

Έχει παρέλθει μια περίοδος χρόνου που αγγίζει σχεδόν τα είκοσι έτη όταν για πρώτη φορά στον ελλαδικό χώρο το 1995 οργανώνονται εκδηλώσεις με αναφορά στην παραστατική αφήγηση-ιστόρηση και εμπλουτίζονται με ανάλογου περιεχομένου σεμινάρια-εργαστήρια. Η παρουσία και συμμετοχή πολλών αφηγητών από διαφορετικούς πολιτισμούς (Αγγλοσάξωνες, Γάλλοι, Εβραίοι, Ινδοί) και η ποικιλία των θεματικών προφορικών αφηγήσεων τόσο στη γλώσσα των συμμετεχόντων όσο και στα ελληνικά σε συνδυασμό με το εργαστηριακό μέρος άφησε θετικές εντυπώσεις και δημιούργησε έναν απόηχο ελκυστικό. Από τότε υπήρξε μια ευρεία κινητικότητα προερχόμενη από διαφορετικούς φορείς και οργανισμούς, η οποία εκδηλώθηκε από τις αρχές της πρώτης δεκαετίας του 21ου αιώνα και δημιούργησε μια παράδοση εκδηλώσεων με κεντρικό αντικείμενο την παραστατική αφήγηση-ιστόρηση λαϊκών παραμυθιών και μύθων. Πρέπει εδώ να αναφερθεί πως η οργάνωση εκδηλώσεων με παραστατικές αφηγήσεις και παράλληλες δραστηριότητες ενταγμένη μέσα στο χωροχρονικό πλαίσιο διημέρων, τριημέρων ή ολιγοήμερων περιόδων έχει ήδη διανύσει ένα σεβαστό χρονικό διάστημα σε χώρες της αλλοδαπής δημιουργώντας νέες παραδόσεις τόσο στη Βόρειο Αμε-ρική (ΗΠΑ, Καναδάς) όσο και σε σημαντικό μέρος της ευρωπαϊκής ηπείρου (Αγγλία, Ιρλανδία, Γαλλία, Βέλγιο, Ισπανία, Ιταλία, Σουηδία, Νορβηγία).
Τα Φεστιβάλ Αφήγησης στον ελλαδικό χώρο είναι γεγονός. Ήδη το φετινό καλοκαίρι συμπληρώνονται δέκα ολόκληρα χρόνια συνεχούς διοργάνωσης της Γιορτής Παραμυθιών στην Κέα των Κυκλάδων με αξιοσημείωτη επιτυχία. Δεκαετή πα-ρουσία έκλεισε με υπόσταση ανά διετία το Φεστιβάλ Ολύμπου με οργανωτική πρω-τοβουλία του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας. Υφίστανται ακόμη το άτυπο φεστιβάλ αφήγησης του Πολιτιστικού Κέντρου ΔΙΑΒΑΣΗ του ΚΕΘΕΑ στην Αθήνα, το Φεστιβάλ Αφήγησης και Παραστατικών Τεχνών του Λόγου στην Κοζάνη, το Φεστιβάλ Αφήγησης στη Λήμνο. Από αυτά που έκαναν την εμφάνισή τους κι σίγησαν σταδιακά το «Παραμύθια και Μουσικές του Κόσμου» στη Βυτίνα της Πελοποννήσου, το «Κάτω απ’ τα δέντρα» στο Πήλιο και η «Γιορτή Ιστοριών» στο Αμάρι του Ρεθύμνου. Πέρα από οποιαδήποτε υποκειμενική αιτιολόγηση υπάρχουν αντικειμενικοί λόγοι που συντείνουν στην επιβίωση ή εξαφάνιση φεστιβαλικών εκδηλώσεων. Ένας καθοριστικός όρος είναι η ύπαρξη-συγκρότηση ενός σκεπτικού το οποίο να δικαιολογούν, να επα-ληθεύουν και να υπηρετούν οι εκδηλώσεις. Η αυτονομία στην οργανωτική συγκρότη-ση από δυσκίνητους και πολλές φορές-δυστυχώς- αδιάφορους οργανισμούς του δημοσίου αποδεικνύεται τελικά από την εμπειρία ως υπονομευτικός όρος στην μακροημέρευση των φεστιβάλ αφήγησης. Άρα συμπερασματικά χρειάζονται διοργανωτές με ισχυρά κίνητρα τοπικά ή πολιτιστικά και με διάθεση δημιουργική κι όχι διεκπεραιωτική . Η δημιουργία και λειτουργία ενός άτυπου και ευέλικτου μηχανισμού υποστήριξης από εθελοντές με ζέση που θα εξυπηρετεί τις διαρκώς αναδυόμενες ανάγκες από την πορεία εξέλιξης και την αποκρυστάλλωση της εμπειρίας, λογίζεται ως απόλυτα απαραίτητος. Η σύμπλευση, βοήθεια και ενεργοποίηση του τοπικού στοιχείου κρίνεται ως σημαντικός όρος. Και τέλος βέβαια η διάθεση για ουσιαστική δουλειά από όλους όσους εμπλέκονται από το σχεδιασμό ως την υλοποίηση των προγραμμά-των. Το 2ο Φεστιβάλ Αφήγησης «Παραμύθια και Μύθοι στου Κένταυρου τη ράχη» άνοιξε τα φτερά του και θα κριθεί τελικά απ’ το χρόνο, κι η ποιότητά του απ’ όσους το εμπιστευτούν και του ανοίξουν την καρδιά τους…








[1] Βλ. Λουκάτος (1963): Σύγχρονα λαογραφικά
[2] βλ. Κ.Κουλουμπή: Ο θεσμός της αφήγησης στις Βιβλιοθήκες σσ. στο Άκου μια ιστορία επιμ Ντ. Παπαλιού 
.......................................
2011



Εφημερίδα Η ΘΕΣΣΑΛΙΑ

Βόλος, 
Σάββατο 13 Αυγούστου 2011

"Μυστικά απ' τον κόσμο
            των λαϊκών παραμυθιών"

Με απόλυτη επιτυχία και πρωτοφανή συμμετοχή από πλευράς κοινού-αφήνοντας θετικά μηνύματα και πολύτιμα συμπεράσματα για τη δρομολόγηση μελλοντικών ανάλογων εκδηλώσεων- έκλεισε την Κυριακή 7 Αυγούστου το τριήμερο Αφηγήσεων και Εργαστηρίων που διοργάνωσαν ο Πολιτιστικός-Εξωραϊστικός σύλλογος «Ο Κένταυρος» και η Εταιρεία ΠΗΛΙΟΝ ΟΡΟΣ. Ο Κένταυρος κέρασε ιστορίες τους μικρούς και μεγάλους φίλους του και χόρεψε με κέφι στο ρυθμό των παραμυθιών και των μύθων που ακούστηκαν στον Άγιο Γεώργιο της Νηλείας.
 Τις εκδηλώσεις άνοιξαν  τα πρωινά εργαστήρια που φιλοξενήθηκαν στο Σχολείο του χωριού και  έγιναν αντικείμενο προσέλκυσης ενδιαφέροντος από 24 ενηλίκους (φοιτητές, εκπαιδευτικούς, μουσικούς, καλλιτέχνες, γονείς, θεραπευτές δημοσιογράφους) κι έναν μικρό μαθητή, φίλο των παραμυθιών. Ο βιωματικός τους χαρακτήρας βοήθησε να ανιχνευτούν πλευρές και ν’ αποκαλυφθούν μικρά μυστικά από τον κόσμο της αφήγησης των λαϊκών παραμυθιών. Οι απογευματινές αφηγήσεις ξεδιπλώθηκαν την Παρασκευή μέσα από το κουβάρι των ιστοριών από την αρχαία ελληνική μυθολογία που ξετύλιξε με μαεστρία η Μάνια Μαράτου. Μπροστά στα μάτια των μικρών και μεγάλων ακροατών παρέλασαν οι Τιτάνες, οι θεοί κι ο Προμηθέας καθώς και οι ήρωες του Πηλίου μέσα από τις περιπέτειές τους. Η βραδινή βροχή της Παρασκευής δεν κατάφερε  να ενοχλήσει τις «Ιστορίες για όσους αναζητούν κι αυτούς που βρίσκουν» με τον Αϊγιωργίτη της διασποράς, Δημήτρη Β. Προύσαλη, στην ατμοσφαιρική αυλή του αρχοντικού του Ζώη Δεμίρη. Το κέρασμα των ιστορίων ακολούθησε κέρασμα των οικοδεσποτών. Το Σάββατο ξεκίνησε με εργαστήρι που αφορούσε στην αφήγηση και την εικονογράφηση και συνέχισε με την αφήγηση της Ανθής Θάνου για παιδικό κοινό που μάγεψε τους παρευρισκόμενους. Το βράδυ του Σαββάτου, 6 Αυγούστου, όσοι επισκέφθηκαν το χώρο του Μουσείου Ελιάς και Λαδιού στην Άνω Γατζέα, είχαν μια μοναδική εμπειρία να ζήσουν στην πανέμορφη αυλή του την υποβλητική εξιστόρηση από τη Μάνια Μαράτου των περιπετειών του βασιλιά που έγινε επαίτης στον τόπο του, παρακολουθώντας τη συγκινητική στιγμή της συνάντησης της Πηνελόπης με τον άντρα της μετά από είκοσι ολόκληρα χρόνια.. Η τρίτη και τελευταία μέρα, της Κυριακής, άρχισε με εργαστήρι σχετικά με το ζωντάνεμα των ιστοριών από τη σημερινή-συνήθως έντυπη-μορφή τους. Το απόγευμα έγινε το αδιαχώρητο στην αυλή του Ι. Ν Αγίου Γεωργίου αφού οι φίλοι των παραμυθιών έφτασαν στους 160! Ο Αϊγιωργίτης παραμυθάς μοιράστηκε την ιστορία του κυρ Σταμάτη του μπαλωματή απ’ το χωριό μας, που κατάφερε να ξεγελάσει τους δράκους που είχαν το λημέρι τους στα μέρη της Αργαλαστής! Το τριήμερο έκλεισε με τους ενηλίκους να ανηφορίζουν το καλντερίμι για να φιλοξενηθούν από την αναστηλωμένη κρήνη Ψ’μέν’ και να ταξιδέψουν μέσα απ’ τις ιστορίες για τις γητειές του Έρωτα με τη φωνή της Ανθής Θάνου και τη μουσική συνοδεία του Παναγιώτη Κούλελη σε ένα πανέμορφο χώρο που επιλέχτηκε για την ονειρική του ατμοσφαιρικότητα και φωτίστηκε ανάλογα.
Η σκέψη των διοργανωτών να μπολιαστεί η ομορφιά του τοπίου με την ομορφιά, την αναγκαιότητα και τη δύναμη της αφήγησης του προφορικού παραμυθιακού και μυθικού λόγου, φωτίζοντας και αναδεικνύοντας γωνιές του Αϊ Γιώργη, στολίδι  ξεχωριστό ανάμεσα στα άλλα του Πηλίου, επιβεβαιώθηκε και δικαιώθηκε αφού με βάση τα αποκόμματα συμμετοχής που δόθηκαν ως υλικό καταμέτρησης, τις αφηγήσεις παρακολούθησαν συνολικά 640 άνθρωποι που ταξίδεψαν από Αθήνα, Πάτρα, Καλαμάτα, Κόρινθο, Ναύπακτο αλλά και τους κοντινότερους σε μας τόπους, Ανήλιο, Τσαγκαράδα, Άγιο Βλάσιο, Πινακάτες, Λεχώνια, Αγριά, Βόλο μαζί με τους συγχωριανούς μας και τους παραθεριστές.
Οι διοργανωτές απευθύνουν ανοιχτή πρόσκληση στους φίλους των παραμυθιών για συνάντηση την επόμενη καλοκαιρινή περίοδο και εκφράζουν τις ευχαριστίες τους στον Κώστα Σταθόπουλο του αρχοντικού  Ιωαννίδη και το αρχοντικό Ζαρκάδα για την ευγενική προσφορά φιλοξενίας των αφηγητών, τον Κώστα Φόβο του πολυχώρου «Ράχη», το ουζερί «του Στεφανή» και το «Αϊγιωργίτικο» για την προσφορά γευμάτων, το Θωμά Δάμτσα και τις εκδόσεις ΑΠΟΠΕΙΡΑ για τις χορηγίες τους, το Δημοτικό Ραδιόφωνο Βόλου για τη διαρκή φιλική υποστήριξη αλλά κυρίως την εφημερίδα ΘΕΣΣΑΛΙΑ για την εξαιρετική χορηγία της επικοινωνίας και την πολύτιμη προβολή και διάχυση των εκδηλώσεων του τριημέρου. 


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου